Η αγορά ακινήτων

Η αγορά ακινήτων

Του Πέτρου Κορμικιάρη

Τη διετία 1999-2001 έλαβε χώρα η μεγαλύτερη, η πιο άνιση και η πιο άδικη ανακατανομή πλούτου σε «ειρηνική περίοδο». Χιλιάδες, εάν όχι εκατομμύρια συμπατριώτες μας έχασαν, μέσα από το χρηματιστήριο, τις περιουσίες τους προς όφελος μίας δράκας επιτηδείων που εκμεταλλεύτηκαν την προνομιακή τους πληροφόρηση εξαιτίας της θέσης και της σχέσης τους με την πολιτική ηγεσία κι έγιναν πάμπλουτοι σε μια νύχτα.

Οι συνέπειες εκείνης της αργόσυρτης μπλόφας έφερε τα πάνω-κάτω στην ελληνική οικονομία, σταθεροποίησε το στάτους των νεόπλουτων της εποχής μας και οδήγησε στο να αλλάξουν χέρια ολόκληρες περιουσίες, αν όχι τόσο αναίμακτα ( όλοι θυμόμαστε τις σχετικές αυτοκτονίες γνωστών επιχειρηματιών) πάντως ωφέλιμα για τους ολίγους.

Η ίδια περίπου διαδικασία επαναλαμβάνεται τώρα με τα ακίνητα. Την εννεατία 2000-2009 η οικοδομική δραστηριότητα γνώρισε άνθιση στη χώρα μας. Ο έλληνας, εξάλλου, είναι εκ παραδόσεως συνδεδεμένος με την έγγειο ιδιοκτησία. Μετά δε και τη δραματική εμπειρία του χρηματιστηρίου ολοένα και περισσότεροι πολίτες άρχισαν να επενδύουν τα χρήματά τους σε «γη» πιστεύοντας ότι έτσι εξασφαλίζουν περισσότερο την περιουσία τους.

Ένας εργαζόμενος με διασφαλισμένο μισθό είχε κάθε λόγο να αγοράζει το σπίτι που θα ζούσε παρά να βρίσκεται «οιονεί αιχμάλωτος» του ενοικίου.

Σε αυτό τον ευνοούσε το φορολογικό και το τραπεζικό καθεστώς, αφού από τη μια πλευρά οι τόκοι του δανείου εξέπιπταν ενώ το ενοίκιο όχι και από την άλλη πλευρά οι πιστωτικοί οργανισμοί παρουσίαζαν δελεαστικά προγράμματα και πακέτα αγοράς με δανειοδότηση 1ης, 2ης και ούτω καθεξής κατοικίας.

Ακόμη και η πολιτική εκείνης της περιόδου υποβοηθούσε τη στροφή προς την αγορά ακινήτων με την κατάργηση του φόρου κληρονομιών και γονικής παροχής. Όνειρο του έλληνα οικογενειάρχη ήταν όχι μόνο να ιδιοκατοικεί ο ίδιος, αλλά να «τακτοποιήσει» αναλόγως και τα παιδιά του.

Όπως ήταν φυσικό οι τιμές των ακινήτων σημείωσαν μεγάλη άνοδο, τόσο στις αστικές όσο και στις τουριστικές περιοχές.

Το 2009 εκδηλώθηκε η οικονομική κρίση και επόμενο ήταν να επεκταθεί σε όλους τους τομείς της οικονομίας, στους οποίους περιλαμβάνεται και η κτηματαγορά. Η γενική πτώση της ζήτησης είχε ως αποτέλεσμα να μειωθεί ο τζίρος των καταστημάτων και των επιχειρήσεων. Αυτό οδήγησε σε ραγδαία μείωση και των ενοικίων και σε συνδυασμό με την απουσία ρευστότητας, αλλά και την τάση φυγής κεφαλαίων προς το εξωτερικό είχε ως αποτέλεσμα τη δραματική μείωση της ζήτησης των ακινήτων.

Παράλληλα όλο και περισσότεροι πολίτες άρχισαν να πωλούν τα ακίνητά τους. Την χαριστική βολή έδωσε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ που επέβαλλε το ΦΑΠ με δημευτικούς συντελεστές. Ο φόρος δεν εφαρμόστηκε αμέσως αλλά οι ιδιοκτήτες ακινήτων κατάλαβαν τι τους περίμενε…  Επαναλαμβάνεται λοιπόν «κατ’ αναλογία» το σκηνικό του χρηματιστηρίου. Οι λίγοι κερδοσκοπούν σε βάρος των πολλών. Τότε με την κατάρρευση των μετοχών και τώρα με την κατάρρευση των ακινήτων. Εκμηδενίζονται οι κόποι και οι οικονομίες μιας ολόκληρης ζωής και ταυτόχρονα ανατρέπονται οι οικογενειακές , κοινωνικές και οικονομικές ισορροπίες.

Η φορολογία επί των ακινήτων είναι παράλογη. Επέφερε την κατάπτωση της οικοδομικής δραστηριότητας, που κάποτε θεωρούνταν η ατμομηχανή της ελληνικής οικονομίας , εξασφάλιζε δε εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας και έλυνε τα χέρια χιλιάδων ανέργων.

Comments are closed.