«Η αυτοκτονία δεν είναι θυσία»
Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει η πολυγραφότατη συγγραφέας, Σώτη Τριανταφύλλου σε κείμενό της με τίτλο, «Εξιλαστήρια θύματα, ηρωισμοί και καθαγιασμοί» που δημοσιεύεται στο τελευταίο τεύχος της Athens Voice. Διαβάστε στη συνέχεια ολόκληρο το κείμενο:
Η σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα μπορεί, νομίζω, να συνοψιστεί στα εξής φαινόμενα: γενικευμένη πολιτική και κοινωνική φαυλότητα, απουσία αισθήματος ενοχής εκ μέρους του πολιτικού προσωπικού, ανομία, δυσλειτουργία θεσμών, ενίσχυση συμπεριφοράς «μάζας», τάσεις εκφασισμού. Σ’ αυτό το συγκείμενο, αυξάνεται ο αριθμός των αυτοχείρων ενώ τα μέσα ενημέρωσης σπεύδουν να αναγγείλουν επικείμενη ενδημία αυτοκτονιών. Οι αυτόχειρες γίνονται, με δική τους πρωτοβουλία, τα εξιλαστήρια θύματα, αυτοτιμωρούμενοι για πράξεις άλλων, κατ’ εικόνα της ίδιας της χώρας η «τιμωρία» της οποίας (πτώχευση, απομόνωση, διεθνής διασυρμός) είναι δυσανάλογη των κριμάτων που τη βαρύνουν.
Οι ατομικές αυτοκτονίες, αν και στο βάθος «τυχαίες» –υπό την έννοια ότι η οδυνηρή κατάσταση των ανθρώπων που τερματίζουν τη ζωή τους προϋπάρχει της παρούσας κρίσης– αποτελούν μια μεταφορά: η χώρα «αυτοκτονεί» έχοντας εμπιστευτεί τα άγια τοις κυσί (από τη μία πλευρά) και έχοντας παραδοθεί στην ισοπεδωτική ψυχολογία του όχλου (από την άλλη). Έτσι, η αυτοκτονία αναδεικνύεται, τεχνητά, σε πολιτική πράξη· στη συνέχεια, δεδομένης της μακράς παράδοσης των λαϊκών «θυσιών», καθαγιάζεται. Ανασύρονται από την πρόσφατη ιστορία, όχι μόνον οι βασανισμοί που υπέστη ο ελληνικός λαός (ξένη κατοχή, διώξεις, τρομοκρατία), αλλά και μεμονωμένες περιπτώσεις ατομικής αυτοκαταστροφής, όπως η αυτοπυρπόληση σε ένδειξη διαμαρτυρίας. (Αντιθέτως, επικρατεί σιωπή σχετικά με τις αυτοκτονίες ανταρτών στη διάρκεια του εμφυλίου). Άλλοτε η τρέχουσα λαϊκιστική νοοτροπία επιτρέπει την κατανόηση τέτοιων επεισοδίων (όπως εκείνη του Κώστα Γεωργάκη το 1970), άλλοτε δεν την επιτρέπει (όπως εκείνη του Θιβετιανού μοναχού). Η χριστιανική ιδέα, σύμφωνα με την οποία η αυτοκτονία αποτελεί αδίκημα έναντι του Θεού, λόγω της πεποίθησης στην ιερότητα της ζωής, παραβιάζεται, όπως και η κοσμική ιδέα της αυτοκτονίας ως μέσον εξιλέωσης: οι σημερινοί αυτόχειρες έχουν στόχο την ενοχοποίηση άλλων, όχι την απαλλαγή από τη δική τους ενοχή.
Η απειλή της αυτοκτονίας, όπως η απεργία πείνας, αποδίδει κατηγορία δολοφονίας στις εξουσίες· συχνά η θυσία είναι δυσανάλογη του αποτελέσματος. Το 1981, η απεργία πείνας των αγωνιστών του IRA, με επικεφαλής τον Μπόμπι Σαντς, που κατέληξε σε δέκα θανάτους (εφόσον η κυβέρνηση Θάτσερ δεν υποχώρησε) ελάχιστα συνέβαλε στον ιρλανδικό αγώνα: οι διαπραγματεύσεις απεδείχθησαν, εντέλει, πολύ πιο αποδοτικές. Μερικές φορές, ο ασιατικός μυστικισμός εμπνέει τη Δύση που, παραδοσιακά, κινείται στη βάση του ωφελιμισμού: έτσι, κατά καιρούς, άνθρωποι βλάπτουν βιαίως το σώμα τους όπως οι σαμουράι που επιδίδονταν σε χαρακίρι. Το χαρακίρι έχει ωστόσο μια διάσταση που λείπει εντελώς από τη Δύση κι από την Ελλάδα: οι Έλληνες, πολιτικοί και πολίτες, δεν αναλαμβάνουν ευθύνες· άρα εκλείπουν τα αισθήματα ντροπής και το ενδεχόμενο της αυτοτιμωρίας. Αυτό που παρατηρείται είναι συμπεριφορά απελπισίας και απόδρασης από συνθήκες οι οποίες θεωρούνται δύσκολες ή αβίωτες. Το φαινόμενο των αυτοκτονιών στη France Télécom και στην κινεζική Foxconn εντάσσεται σ’ αυτό το πλαίσιο, δηλαδή ως μέσο διαφυγής από επαγγελματικό αδιέξοδο και, κυρίως, από ηθική παρενόχληση σε εργασιακό περιβάλλον υψηλής τάσεως. Ωστόσο, εμείς οι πολλοί δυσκολευόμαστε να φανταστούμε πώς ο σύγχρονος άνθρωπος, όταν δεν αντιμετωπίζει έσχατο υπαρξιακό πρόβλημα (ενοχή, ανίατη ασθένεια, στέρηση ελευθερίας, κοινωνικό εξευτελισμό) συμπεριφέρεται όπως οι κρατούμενοι στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης που αυτοκτονούσαν αγγίζοντας τα ηλεκτροφόρα συρματοπλέγματα ή όπως οι προαναφερθέντες αντάρτες του ελληνικού εμφυλίου. Ο σύγχρονος άνθρωπος προσθέτει την οικονομία (δηλαδή τον συνδυασμό προσωπικής αποτυχίας και αισθήματος κοινωνικής αδικίας) στις αιτίες αυτοκτονίας: στην Ινδία, από το 1997, έχουν αυτοκτονήσει περισσότεροι από 200.000 υπερχρεωμένοι αγρότες.
Αλλά το ζήτημα είναι πιο σύνθετο. Οι κοινωνικο-οικονομικοί παράγοντες, όπως η ανεργία, η φτώχεια, η έλλειψη στέγης, το αίσθημα ότι το άτομο γίνεται βάρος σε άλλους (burdensomeness), οι κοινωνικές διακρίσεις και η έλλειψη κοινωνικής στήριξης δεν αρκούν για να οδηγήσουν στην αυτοκτονία. Αρκούν για να οδηγήσουν σε αυτοκτονικές σκέψεις, οι οποίες μπορούν να καταλήξουν σε αλκοολισμό, ναρκομανία, τυχερά παιχνίδια, βίαιες –«επίτηδες»– αναμετρήσεις με την αστυνομία, επιχειρήσεις τύπου καμικάζι, οι οποίες ίσως αποβούν, εμμέσως, θανατηφόρες. Έτσι κι αλλιώς, για να επέλθει ο θάνατος, δεν χρειάζεται μόνο το κίνητρο αλλά και το μέσο: όπλα ή τοξικές ουσίες. Κοντολογίς, δεν είναι «εύκολο» να αυτοκτονήσει κανείς.
Σ’ αυτή την περίοδο κρίσης, η ιουδαιοχριστιανική και κομμουνιστική παράδοση που αρνείται την αυτοκτονία και προτείνει αγώνα μέχρις εσχάτων, επιτρέπει την αυτοκτονία ως συμβολική πράξη μαρτυρίου. Η πράξη αυτή χρησιμοποιείται για να εκθέσει την εγκληματική εξουσία και συχνά το απαθές πλήθος. Το άμεσο περιβάλλον του αυτόχειρα που, εκ των πραγμάτων, ευθύνεται εν μέρει για το διάβημα (έλλειψη στήριξης, αμέλεια διάγνωσης) επιρρίπτει τις ευθύνες στο πολιτικό σύστημα – κι επειδή το πολιτικό σύστημα είναι απρόσωπο ή πολυπρόσωπο, αποποιούμαστε όλοι την ευθύνη και η ζωή συνεχίζεται για μας τους ψυχικά ισχυροτέρους.
Η αυτοκτονία είναι ζήτημα νόμιμης προσωπικής επιλογής και ανθρώπινο δικαίωμα. Κανείς δεν πρέπει να υποχρεώνεται να υποφέρει παρά τη θέλησή του από ανίατη ασθένεια, ψυχική ασθένεια, γηρατειά. Νομίζω ότι πρέπει να απορριφθεί η πεποίθηση ότι η αυτοκτονία είναι πάντα παράλογη – αντιθέτως, αποτελεί μια έγκυρη τελευταία λύση. Ωστόσο, θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε την αυτοκτονία συμπολιτών μας ως «θυσία». Πράγματι, η θρησκεία και οι δογματικές ιδεολογίες (φασισμός, κομμουνισμός, μορφές φονταμενταλισμού) μπορούν να καταστρέψουν άτομα και ομάδες για να αναδείξουν μια συγκεκριμένη εκδοχή της αλήθειας. Ιστορικά, η καταπίεση των μαζών προκάλεσε μιμητική βία και πράξεις απελπισίας –εθνικιστικές, τρομοκρατικές, ταξικές– οι οποίες καθαγιάζονται μέσω της θυσίας. O αποδιοπομπαίος τράγος είναι το θυσίασμα που μας απαλλάσσει από την ενοχή μας· στον σύγχρονο κόσμο όλοι σπεύδουν να παίξουν αυτόν τον συμβολικό ρόλο: είμαστε όλοι θύματα, κανείς δεν είναι θύτης. Οι Έλληνες πολιτικοί είναι θύματα των ξένων, η Ελλάδα είναι θύμα της Ευρώπης – μπορεί κανείς να γενικεύσει ακόμη περισσότερο: οι μετανάστες είναι θύματα των αυτοχθόνων, οι αριστεροί είναι θύματα των δεξιών, οι γυναίκες είναι θύματα των ανδρών, οι Αρμένιοι είναι θύματα των Τούρκων, οι Ιρακινοί των Αμερικανών, οι Τσετσένοι των Ρώσων. Και όλοι είμαστε θύματα του Κεφαλαίου. Οι οπαδοί των θυσιών προσπαθούν να κατασκευάσουν ιστορικά αντίγραφα: τα θύματα αποκτούν μεγαλύτερο φορτίο όταν επαναλαμβάνουν μια γνώριμη τελετουργία· αν, για παράδειγμα, ο σημερινός αυτόχειρας μοιάζει με τον εκτελεσθέντα από τους Γερμανούς το 1944, η πράξη του αποκτά, ευλόγως, διαφορετικές σημασίες. Η θυσία αυξάνει την κοινωνική εντροπία: απαιτείται εκδίκηση για τον άδικο θάνατο, στην ιστορία προστίθεται μια ακόμη μαύρη επέτειος· αναζητούνται καινούργια θύματα που θα δημιουργηθούν μέσω της αμοιβαίας βίας.