Η Τράπεζα Πειραιώς κατέθεσε δημόσια πρόταση εξαγοράς τoυ 77% της ΑTEbank και του 33% Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου
Πριν από λίγο έγινε γνωστό ότι η Τράπεζα Πειραιώς κατέθεσε δημόσια πρόταση εξαγοράς τoυ 77% της ΑTEbank και του 33% Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Ο πρόεδρος της Πειραιώς Μ.Σάλλας διαβεβαίωσε ότι η πρόταση είναι προς όφελος των μετόχων και των τριών τραπεζών.
Το προσφερόμενο τίμημα ανέρχεται στα 701 εκατ. ευρώ και θα καταβληθεί σε μετρητά.
Κατά τα φαινόμενα η Τράπεζα Πειραιώς θα συγχωνευθεί με την Αγροτική και το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο και θα αποτελέσουν ένα μεγάλο ανταγωνιστικό τραπεζικό σύνολο.
Στις 11.30 ο κ. Μιχάλης Σάλλας παρουσίασε την πρόταση συγχώνευσης στους οικονομικούς συντάκτες και ήδη ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Χρηματιστηρίου Αθηνών κ. Σπύρος Καπράλος, με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αποφάσισε την προσωρινή αναστολή διαπραγμάτευσης των μετοχών των τριών τραπεζών, μετά από ενημέρωση που έλαβε η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς από την Τράπεζα Πειραιώς ότι υπέβαλε πρόταση προς την ελληνική κυβέρνηση για την εξαγορά σημαντικών μεριδίων στις ανωτέρω δύο τράπεζες.
Η επαναδιαπραγμάτευση των μετοχών των τραπεζών θα γίνει μετά την έκδοση των σχετικών ανακοινώσεων.
Σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του προέδρου του Ομίλου της Τράπεζας Πειραιώς Μιχάλη Σάλλα, το θέμα των τραπεζικών συγχωνεύσεων «βρίσκεται πάντα στην επικαιρότητα» και απασχολεί τον τραπεζικό κλάδο σταθερά, καθώς είναι μια διαδικασία συνυφασμένη με την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη.
Από χθές ο υπουργός Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου έδωσε «τροφή» στα σενάρια για επικείμενους τραπεζικούς «γάμους , στέλνοντας προς τις διοικήσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων ισχυρότατο «σήμα» για συγχωνεύσεις.
« Είναι επείγον πια να γίνουν στρατηγικές κινήσεις από όλες τις τράπεζες. Χρειαζόμαστε λιγότερες και πιο ισχυρές τράπεζες » τόνισε ο κ. Παπακωνσταντίνου στη διάρκεια ομιλίας του στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής.
Επιβεβαιώνοντας μάλιστα ότι « υπάρχουν αυτή τη στιγμή συζητήσεις σε εξέλιξη » ο υπουργός Οικονομικών πρόσθεσε: « Εμείς από την πλευρά μας θα σπρώξουμε με όλες μας τις δυνάμεις προς αυτή την κατεύθυνση ».
Αφορμή για την τοποθέτηση αυτή του κ. Παπακωνσταντίνου υπήρξαν οι αιχμηρές επισημάνσεις βουλευτών της κυβερνητικής παράταξης, όπως ο κ. Ι. Αμοιρίδης κ.ά., ότι οι τράπεζες με τον τρόπο που λειτουργούν σήμερα δεν συμβάλλουν στην αναπτυξιακή προοπτική που έχει ανάγκη η χώρα, με αποτέλεσμα να μην εκταμιεύονται κονδύλια από το ΕΣΠΑ.
Στην ίδια συνεδρίαση, στην οποία ενημέρωσε τα μέλη της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για τη «θετική» πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού, o κ. Παπακωνσταντίνου διαβεβαίωσε ότι η δεύτερη δόση του δανείου από την τρόικα θα δοθεί κανονικά, μετά τον έλεγχο που είναι προγραμματισμένος για την τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου.
Ταυτόχρονα και απαντώντας σε σχετική ερώτηση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ κ. Π. Λαφαζάνη χαρακτήρισε «καταστρεπτική» την γερμανικής προέλευσης πρόταση για ελεγχόμενη πτώχευση χωρών της ζώνης του ευρώ. « Η Ελλάδα διαφωνεί κατηγορηματικά με αυτό, γιατί αυτές οι λογικές οδήγησαν την Ευρώπη στη σημερινή κατάσταση» σχολίασε ο υπουργός Οικονομικών και κατέληξε: «Αν θέλει η Γερμανία, ας αναλάβει την ευθύνη μιας τέτοιας πρότασης ».
Εσχατη λύση το Ταμείο
Για το θέμα των τραπεζών, ο υφυπουργός Οικονομικών κ. Φ. Σαχινίδης υποστήριξε, μιλώντας στη Βουλή επί του σχετικού νομοσχεδίου, την αναγκαιότητα σύστασης του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, λέγοντας: «Δημιουργούμε το Ταμείο προκειμένου να διασφαλίσουμε την προσπάθεια ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας από ένα μακρινό, αλλά έστω οριακά υπαρκτό, ενδεχόμενο κίνδυνο κατάρρευσης μιας τράπεζας. Είναι ένα ενδεχόμενο που μπορεί με τη σειρά του να κλονίσει την εμπιστοσύνη των καταθετών και προς το υπόλοιπο τραπεζικό σύστημα. Η πιθανότητα για κάτι τέτοιο είναι μικρή, ελάχιστη. Ομωςοι επιπτώσεις, αν συμβεί, έχετε αναρωτηθεί ποιες θα είναι άραγε; Θα είναι μεγάλες και πολύ ανεξέλεγκτες. Αυτή είναι η εμπειρία από τις χρηματοοικονομικές κρίσεις στον 19ο και στον 20ό αιώνα. Ξέρουμε τι συνέβη με την κρίση του 1997-1998 και αργότερα με την κρίση του 2001, αλλά και πολύ πρόσφατα στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, όταν ξέσπασε η τρέχουσα κρίση ».
(Αναδημοσίευση από ΒΗΜΑonline)