Γνώμη Επέτειος μετά φόβου…
Στην ατζέντα μας παραμένει εγγεγραμμένη η απορία για όσα συνέβησαν πέρυσι και ακόμη δεν έχουμε καταφέρει να ξεδιαλύνουμε και να ερμηνεύσουμε
Ξημερώνει η επέτειος της δολοφονίας του Αλέξη Γρηγορόπουλου και τη χώρα ζώνει ο φόβος. Όχι η θλίψη για το χαμένο παιδί. Όχι η έγνοια για τους χιλιάδες συνομηλίκους του που βγήκαν πέρυσι στους δρόμους εν πλήρει συγχύσει αλλά με γνήσια οργή και μοιάζουν τώρα κάπως απορημένοι με τον εαυτό τους και την εμπειρία τους. Ούτε η προσπάθεια να καταλάβουμε, έστω και καθυστερημένα, τι συνέβη πέρυσι τον Δεκέμβριο. Να καταλάβουμε αν ήταν μια τυχαία και μεμονωμένη «αστοχία υλικού» ο πυροβολισμός ενός αστυνομικού, στα καλά καθούμενα, εναντίον μιας παρέας ανήλικων παιδιών ή σύμπτωμα μιας ασθένειας που ενδημεί. Να καταλάβουμε επίσης ποια δύναμη έβγαλε στους δρόμους τόσες χιλιάδες νέους ανθρώπους να διαδηλώνουν με πάθος αλλά δίχως αίτημα, να κινητοποιούνται μαζικά αλλά δίχως σαφή στόχο. Να καταλάβουμε, τέλος, και ποιοι λόγοι επέτρεψαν να συντελεστεί η υφαρπαγή (μετά φόνου) της αυθόρμητης διαμαρτυρίας των πολλών, από δράκες «Ασσασίνων», της φωτιάς και του Καλάσνικοφ.
Τίποτε από αυτά δεν συζητεί η πόλις. Μόνο φοβάται. Φοβάται μήπως ξαναζήσει μέρες και νύχτες επιδρομών, λεηλασιών και αίματος. Φοβάται μήπως η βία κάνει ξανά κατάληψη στους δρόμους. Κι αυτός ο φόβος με τον οποίο περιμένει η χώρα το μνημόσυνο ενός εφήβου είναι ήδη μία ήττα.
Το βέβαιο είναι πως ό,τι κι αν συμβεί φέτος στην επέτειο των περυσινών Δεκεμβριανών, είτε επιβεβαιωθούν είτε όχι οι προβλέψεις για ένα νέο ξέσπασμα της βίας, δύσκολα αυτό θα εγγραφεί ξανά στην πολιτική και κοινωνική μας ατζέντα ως σημαντικό γεγονός. Θα είναι, μάλλον, γεγονός του αστυνομικού δελτίου- περισσότερο ή λιγότερο σημαντικό. Στην ατζέντα της πόλεως παραμένει ωστόσο εγγεγραμμένη η απορία για όσα συνέβησαν πέρυσι και ακόμη δεν έχουμε καταφέρει να ξεδιαλύνουμε και να ερμηνεύσουμε.
Η συζήτηση, δειλά δειλά, στο περιθώριο άνοιξε ξανά αυτές τις ημέρες: Ήταν ο περυσινός Δεκέμβριος εξέγερση ή «εξέγερση»; Ήταν εξέγερση μιας νέας γενιάς απέναντι στον κόσμο που ετοιμάζεται να την προϋπαντήσει ή ο τελευταίος σπασμός της ξινισμένης «κουλτούρας της μεταπολίτευσης»; Ήταν μια εξέγερση αληθινή ή απλώς μια μαζική αταξία των παιδιών της μεσαίας τάξης, που τους χάιδεψε τα αυτιά και τους κολάκευσε την εφηβική τάση ανυπακοής μια «ανεύθυνη Αριστερά»; Κι αν ήταν, πράγματι, εξέγερση που τροφοδότησαν τα προβλήματα της νεολαίας, γιατί η εξέγερση συνετελέσθη μόνο στην Ελλάδα, δεν έχουν αλλού ανάλογα προβλήματα; Και της Αριστεράς το σφάλμα ποιο ακριβώς ήταν; Ότι φλέρταρε με τους βίαιους νέους κι έτσι τρόμαξε τους νοικοκυραίους που φλέρταραν δημοσκοπικώς μαζί της, ότι δεν κούνησε κι αυτή αυστηρά το δάχτυλο στα άτακτα παιδιά να τα φρονιμέψει; Ή ότι όταν βρέθηκε μπροστά στην πρόκληση της ηγεμονίας, του μετασχηματισμού δηλαδή ενός αυθόρμητου ξεσπάσματος σε έλλογο, πολιτικό κίνημα ανακάλυψε ότι δεν είχε και πολλά να πει και πως ο αμήχανος και ασθενικός λόγος της ηττήθηκε από την άναρθρη κραυγή του βίαιου, φανατισμένου μίσους; Από όλα τα ερωτήματα ξεχωρίζω ένα που ετέθη από τον καθηγητή Στ. Καλύβα. Αν ο περυσινός Δεκέμβριος ήταν μια εξέγερση που εξηγείται από τα οικονομικά, ψυχολογικά ή ηθικά αδιέξοδα που βιώνει η νεολαία (η νεολαία ολόκληρη, γενικώς και αδιακρίτως;) γιατί δεν σημειώθηκαν αντίστοιχες εξεγέρσεις σε χώρες που έχουν συγκρίσιμα με της Ελλάδας προβλήματα; Και γιατί η μόνη χώρα που έζησε κάτι ανάλογο είναι η Γαλλία, όπου όμως στην εξέγερση μετείχαν μετανάστες δεύτερης γενιάς και όχι τέκνα της ιθαγενούς μεσαίας τάξης;
Ενδιαφέρον ερώτημα, το οποίο επιδέχεται πολλές εκδοχές απαντήσεων. Μία θα μπορούσε να είναι ότι σε καμία άλλη ίσως χώρα από αυτές που έχουν ανάλογα προβλήματα δεν είναι τόσο απομειωμένη η εμπιστοσύνη προς τους θεσμούς μέσω των οποίων οι κοινωνίες διαπραγματεύονται τα προβλήματά τους και τις αντιθέσεις τους και η εμπιστοσύνη προς τους κοινούς κανόνες και τη δίκαιη και αποτελεσματική εφαρμογή τους.
Αν η απάντηση- υπόθεση είναι σωστή, ξέρουμε τουλάχιστον από πού πρέπει να αρχίσουμε.
Η πόλη μόνο φοβάται. Φοβάται μήπως ξαναζήσει μέρες και νύχτες επιδρομών, λεηλασιών και αίματος. Φοβάται μήπως η βία κάνει ξανά κατάληψη στους δρόμους. Κι αυτός ο φόβος με τον οποίο περιμένει η χώρα το μνημόσυνο ενός εφήβου είναι ήδη μια ήττα
Παύλος Τσίμας
(Αναδημοσίευση από ”τα Νέα”)