Γεραπετρίτης: Απαιτούμε από τη Βόρεια Μακεδονία να σέβεται τη Συμφωνία των Πρεσπών
Συνέντευξη του υπουργού Εξωτερικών στον «Εθνικό Κήρυκα» με αφορμή την επίσκεψη του την προσεχή εβδομάδα στη Νέα Υόρκη:
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ασφαλώς θα αποτελεί μια σημαντική προσωπική και γενικά της κυβέρνησης επιτυχία η απόκτηση της ιδιότητας του μη μόνιμου μέλους του ΣΑ του ΟΗΕ. Τι δυνατότητες μας δίνει αυτό και πώς προτίθεστε να την αξιοποιήσετε;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η επικείμενη εκλογή της Ελλάδας ως μη-μόνιμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας στον ΟΗΕ για τη διετία 2025-2026 θα αποτελέσει μια σημαντική επιτυχία της εξωτερικής μας πολιτικής, καθώς αφενός θα ενισχυθεί το διεθνές κύρος της χώρας μας και, αφετέρου, θα θεμελιωθεί η δυνατότητά της να συνδιαμορφώνει την παγκόσμια πολιτική μέσω αποφάσεων και ψηφισμάτων και να μεγιστοποιεί το διεθνές της κεφάλαιο. Η εκλογή μας θα είναι το επιστέγασμα μίας εθνικής εκστρατείας, η οποία οργανώθηκε και υλοποιήθηκε με συστηματικότητα, αξιοποιώντας κάθε ευκαιρία και δημιουργώντας τις κατάλληλες συνθήκες προκειμένου να εξασφαλίσουμε όσο το δυνατόν ευρύτερη υποστήριξη.
Για την προώθηση του μηνύματος της υποψηφιότητάς μας, το οποίο συμπυκνώνεται στο τρίπτυχο Διάλογος – Διπλωματία –Δημοκρατία, κάναμε δεκάδες συναντήσεις.
Κατά την επίσκεψή μου την προσεχή εβδομάδα στη Νέα Υόρκη θα έχω την ευκαιρία να πραγματοποιήσω έναν τελευταίο κύκλο επαφών για την προώθηση της υποψηφιότητάς μας, να συναντηθώ με τον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και να παραστώ στη διαδικασία για την εκλογή της Ελλάδας στο Συμβούλιο Ασφαλείας.
Θα είναι η τρίτη φορά στην ιστορία που η Ελλάδα θα έχει την τιμή και την ευθύνη να είναι μη-μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Αυτή η φορά, ωστόσο, διαφέρει ουσιωδώς από τις προηγούμενες. Και τούτο διότι σήμερα είναι εξαιρετικά υψηλός ο βαθμός συνθετότητας του παγκόσμιου γίγνεσθαι. Από τη θέση αυτή, η χώρα μας θα συμβάλει εποικοδομητικά στην αντιμετώπιση των διεθνών προκλήσεων υπερασπιζόμενη την ειρηνική επίλυση διαφορών, τον σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και των κανόνων και αρχών του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, την εφαρμογή της Ατζέντας “Γυναίκες, Ειρήνη και Ασφάλεια”, τη θαλάσσια ασφάλεια, την προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών σε ένοπλες συγκρούσεις και την κλιματική αλλαγή.
Σε ένα διεθνές περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από κλιμάκωση της αστάθειας και της επιθετικότητας, με τη συμμετοχή μας αυτή αναλαμβάνουμε την ευθύνη να εργασθούμε για το οικουμενικό καλό και την ευημερία των επόμενων γενεών.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία δεν φαίνεται ακόμα στον ορίζοντα. Πόσο πολύ σας ανησυχεί η συνέχισή του και ποιες οι επιδράσεις του στην Ελλάδα μέχρι τώρα;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: H Ελλάδα, από την πρώτη στιγμή της απρόκλητης ρωσικής εισβολής, στάθηκε αλληλέγγυα στην Ουκρανία και στον δίκαιο αγώνα της για την υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας, της κυριαρχίας και της ανεξαρτησίας της. Για εμάς είναι μια στάση αρχής να υποστηρίζουμε την πλήρη εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου και να στεκόμαστε απέναντι στην επιθετικότητα και τον αναθεωρητισμό.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία απειλεί όχι μόνο την ευρωπαϊκή ασφάλεια, αλλά και την παγκόσμια ειρήνη και σταθερότητα. Έχει δε τεράστιες περιφερειακές και διεθνείς συνέπειες: εκατομμύρια πρόσφυγες, διάλυση υποδομών, τεράστια περιβαλλοντική καταστροφή, απειλή για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης και την παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια.
Η Ελλάδα εργάζεται, από κοινού με συμμάχους και εταίρους, τόσο διμερώς όσο και στο πλαίσιο της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ, ώστε να μετριάσει τις επιπτώσεις του πολέμου και να συνδράμει ποικιλοτρόπως την Ουκρανία. Παράλληλα, συμβάλλουμε καθοριστικά σε ευρωπαϊκές ενεργειακές πολιτικές, οι οποίες αποσκοπούν στη μείωση του κόστους ενέργειας. Με τις υποδομές διασύνδεσης των κάθετων διαδρόμων φυσικού αερίου, τις ενεργειακές υποδομές της Ρεβυθούσας αλλά και την αναβάθμιση της Αλεξανδρούπολης, με την επικείμενη λειτουργία πλωτής μονάδας αποθήκευσης και επαναεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου, η Χώρα μας έχει νευραλγικό ρόλο στην ευρωπαϊκή ενεργειακή διαφοροποίηση και ασφάλεια.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: O πόλεμος στη Γάζα μαίνεται. Ο Νετανιάχου δέχεται πιέσεις και από παραδοσιακούς συμμάχους του Ισραήλ να σταματήσει τον πόλεμο. Πρόσφατα τρεις ευρωπαϊκές χώρες αναγνώρισαν κράτος της Παλαιστίνης. Πώς εκτιμάτε αυτή την εξέλιξη;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η κρίση στη Μέση Ανατολή αποτελεί μία πολύ μεγάλη πληγή, κυρίως ανθρωπιστική, αλλά και
γεωπολιτική.
Η Ελλάδα καταδίκασε εξαρχής τις αποτρόπαιες τρομοκρατικές επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου από τη Χαμάς εναντίον του Ισραήλ και θέσαμε τα σημεία εκείνα τα οποία θα πρέπει να γίνουν σεβαστά αμέσως από όλες τις πλευρές.
Παράλληλα, είμαστε σε θέση – χάρη στις σχέσεις μας με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη – να λειτουργούμε εποικοδομητικά, προς τον σκοπό της αποτροπής περαιτέρω επιδείνωσης της προϊούσας ανθρωπιστικής κρίσης.
Η πάγια θέση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής είναι η επίλυση του Μεσανατολικού στη βάση του ψηφίσματος του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών για διευρυμένα δικαιώματα της Παλαιστινιακής Αρχής στη Γενική Συνέλευση και παραμένει αταλάντευτη στη βασική αρχή της για την λύση των δύο κρατών. Η “επόμενη μέρα” της Παλαιστίνης δεν μπορεί παρά να είναι, όπως προβλέπεται στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας, η αναγνώριση του Παλαιστινιακού κράτους με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ και με τα προ του 1967 σύνορα. Η αναγνώριση του Παλαιστινιακού κράτους συνιστά πρωτίστως ζήτημα της διεθνούς έννομης τάξης, γι αυτό άλλωστε υπερψηφίσαμε στη ΓΣ του ΟΗΕ τα ψηφίσματα για τη διευρυμένη συμμετοχή της χώρας στη Συνέλευση.
Αυτή τη στιγμή, προτεραιότητά μας είναι, και πρέπει να είναι, ο άμεσος τερματισμός των εχθροπραξιών, η απελευθέρωση των ομήρων, η προστασία όλων των αμάχων, η ενίσχυση της Παλαιστινιακής Αρχής και η απρόσκοπτη ροή ανθρωπιστικής βοήθειας μέσω της διάνοιξης πολλαπλών ανθρωπιστικών διαδρόμων.
Στο πλαίσιο αυτό κατέθεσα πρόταση στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για συγκρότηση ειδικής Task Force, αποτελούμενης από Ευρωπαίους και Άραβες Υπουργούς Εξωτερικών, οι οποίοι θα συνομιλούν με όλες τις πλευρές και οι οποίοι, συντονισμένα, θα προωθήσουν από κοινού τις προσπάθειες για ειρήνευση στην περιοχή.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πώς πιστεύετε ότι έχουν επηρεαστεί οι ελληνοτουρκικές σχέσεις μετά την τελευταία συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν στην Άγκυρα;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η Ελληνοτουρκική προσέγγιση διενεργείται βήμα βήμα και σηματοδοτείται από χρονικά ορόσημα και συναντήσεις, στις οποίες συνομιλούμε για ζητήματα διμερή και περιφερειακά, αξιολογείται η συντελεσθείσα πρόοδος και δρομολογούνται συνεργασίες στο πλαίσιο της θετικής ατζέντας.
Μετά τη συνάντηση του πρωθυπουργού με τον Τούρκο Πρόεδρο, οδηγούμαστε σε ένα επίπεδο μεγαλύτερης κανονικοποίησης, δηλαδή ενός διακρατικού διαλόγου, ο οποίος γίνεται μεταξύ των πολιτικών ηγεσιών των δύο χωρών .
Έχουμε σημειώσει πρόοδο σε τομείς που αφορούν, μεταξύ άλλων, στο Μεταναστευτικό, την Πολιτική Προστασία, το Εμπόριο, την Οικονομία και τον Τουρισμό. Όπως τόνισε ο ίδιος ο πρωθυπουργός, στην Άγκυρα δείξαμε ότι δίπλα στις διαφωνίες μας μπορούμε να γράφουμε και μια παράλληλη σελίδα με τις συμφωνίες μας.
Έχει εδραιωθεί ένα κλίμα αμοιβαίας κατανόησης, στο πλαίσιο του οποίου μπορούμε να συζητούμε ακόμη και για δύσκολα δίχως να προκαλείται κρίση. Οι βασικές μας θέσεις δεν πρόκειται να αλλάξουν, διότι είναι ένα μέρος της εθνικής μας στρατηγικής. Εκείνο το οποίο επιδιώκουμε μέσω της ελληνοτουρκικής προσέγγισης είναι πρώτα από όλα να έχουμε μία περίοδο ησυχίας χωρίς εντάσεις και απειλές στο Αιγαίο. Στόχος μας είναι να διατηρήσουμε την προσέγγιση αυτή ώστε να δημιουργήσουμε ένα περιβάλλον ασφάλειας για τις επόμενες γενιές.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ακούγεται συνεχώς το τελευταίο διάστημα ότι οι σχέσεις Ελλάδας-ΗΠΑ βρίσκονται στο καλύτερό τους επίπεδο. Πού οφείλεται αυτό;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Οι σχέσεις Ελλάδας – Ηνωμένων Πολιτειών βρίσκονται πράγματι στο απόγειό τους. Μέσω του στρατηγικού μας διαλόγου, ενισχύουμε πολιτικές που βασίζονται σε κοινές αξίες, συντονίζουμε και αναβαθμίζουμε τους στενούς πολιτικούς, οικονομικούς, πολιτιστικούς και αμυντικούς μας δεσμούς, δημιουργούμε ένα κοινό όραμα. Η ελληνοαμερικανική κοινότητα είναι μια εξαιρετική γέφυρα φιλίας και κατανόησης μεταξύ των δύο λαών.
Το υψηλό επίπεδο των διμερών μας σχέσεων οφείλεται στο ότι η Ελλάδα καταδεικνύει έμπρακτα ότι είναι ένας αξιόπιστος σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών ώστε από κοινού να συμβάλουμε στην περιφερειακή και παγκόσμια σταθερότητα.
Εργαζόμαστε από κοινού στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ για την αντιμετώπιση πάρα πολύ σημαντικών απειλών, καθώς στην περιοχή μας έχουμε ανοιχτά μέτωπα, όπως είναι η απρόκλητη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, και, παράλληλα, η πολύ μεγάλη αστάθεια στον Νότιο Καύκασο, στη Μεσόγειο, στην περιοχή του Σαχέλ.
Παράλληλα, με τις ΗΠΑ εργαζόμαστε εποικοδομητικά και για την αντιμετώπιση νέων πιεστικών παγκόσμιων προκλήσεων, όπως η κλιματική αλλαγή, η μετανάστευση, οι πανδημίες και η κυβερνοασφάλεια.
Η Ελλάδα, χώρα με σταθερό πολιτικό περιβάλλον και με συνθήκες σημαντικής οικονομικής ανάπτυξης, υποδέχεται πλέον, τα τελευταία χρόνια, εμβληματικές επενδύσεις μεγάλων αμερικανικών επιχειρήσεων, μεταξύ των οποίων η Pfizer, η Microsoft, η Google και η Amazon.
Ο γεωστρατηγικός ρόλος της Ελλάδας, η αμυντική συνεργασία, η αναβάθμιση πολύ σημαντικών ενεργειακών υποδομών και η συνεισφορά της Ελλάδας στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης διευρύνουν τη συμμαχική μας σχέση και συνεργασία.
Με τις ΗΠΑ χτίζουμε μια στέρεη και ισχυρή συμμαχία για το καλό των δύο χωρών αλλά και για την περαιτέρω εμπέδωση της περιφερειακής και διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τον τελευταίο καιρό ηγέτες της Β. Μακεδονίας καταπατούν κατά θρασύτατο τρόπο την Συμφωνία των Πρεσπών όσον αφορά το όνομα αυτού του κρατιδίου. Αλλά και η Αλβανία φαίνεται να ενεργεί κατά τρόπο προκλητικό σε βάρος μας. Τι συμβαίνει;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Ως προς τη Βόρεια Μακεδονία, πρόσφατες δηλώσεις της Προέδρου και του επικεφαλής του VMRO_DPMNE υπονομεύουν το γράμμα και το πνεύμα της Συμφωνίας των Πρεσπών, η οποία δεσμεύει ανεξαιρέτως την εκάστοτε ηγεσία της Βόρειας Μακεδονίας. Υπογραμμίσαμε την υποχρέωση της Βόρειας Μακεδονίας να συμμορφώνεται πλήρως με τη Συμφωνία των Πρεσπών και τη συνταγματική ονομασία της χώρας και προβάλαμε σε όλα τα διεθνή φόρα την ανάγκη συνεπούς και καλή τη πίστει εφαρμογής της.
Θα ήθελα να υπενθυμίσω ότι η σημερινή ελληνική κυβέρνηση, όταν ήταν στην αντιπολίτευση, είχε εγκαίρως επισημάνει τα νομικά και τεχνικά προβλήματα που παρουσίαζε η Συμφωνία των Πρεσπών. Είχε, ωστόσο, ξεκαθαρίσει ότι, εφόσον η Συμφωνία αυτή θα επικυρωνόταν από το ελληνικό Κοινοβούλιο, θα δέσμευε τη χώρα. Βασική αρχή του Διεθνούς Δικαίου είναι η τήρηση των συμπεφωνημένων. Η Ελλάδα με συνέπεια υποστηρίζει το Διεθνές Δίκαιο και σέβεται τη Συμφωνία ως επικυρωθείσα Διεθνή Συνθήκη. Το ίδιο απαιτούμε και από τη Βόρεια Μακεδονία.
Ως προς την Αλβανία, δηλώνουμε σαφώς ότι ο σεβασμός του κράτους Δικαίου, της δημοκρατίας, των δικαιωμάτων των μειονοτήτων δεν είναι θέμα διμερές, αλλά απαίτηση του δικαίου της Ε.Ε..
Είναι αυτονόητο ότι η συμμόρφωση προς τις θεμελιώδεις αυτές εγγυήσεις θα αξιολογηθεί στο πλαίσιο της ενταξιακής πορείας της χώρας.
Σε κάθε περίπτωση, θα ήθελα να τονίσω ως θέμα αρχής ότι το μέλλον των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων περνάει μέσα από την τήρηση κανόνων, αρχών, υποχρεώσεων, μέσα από την αυστηρή εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Η Ελλάδα έχει υποστηρίξει με συνέπεια την ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στην ευρωπαϊκή οικογένεια Όμως, αυτή η ευρωπαϊκή προοπτική διέπεται από κανόνες και υποχρεώσεις. Δεν είναι λευκή επιταγή.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Tι μήνυμα θα θέλατε να στείλετε στην ομογένεια των ΗΠΑ αλλά και στον απόδημο Ελληνισμό εν γένει;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η ελληνική Ομογένεια είναι μία γέφυρα που συνδέει τις ΗΠΑ με την πατρίδα. Το μήνυμα που θα ήθελα να απευθύνω στους ομογενείς μας είναι ότι είμαστε ιδιαίτερα περήφανοι για αυτούς και το έργο τους. Οι ομογενείς μας αποτελούν απτό παράδειγμα επιτυχούς ενσωμάτωσης στην αμερικανική κοινωνία και, συγχρόνως, διατήρησης των ελληνικών παραδόσεων και των δεσμών τους με την Ελλάδα. Οι δυναμικές ελληνικές κοινότητες συνεισφέρουν ουσιαστικά στη θετική αντίληψη που επικρατεί στις ΗΠΑ για την Ελλάδα, στην ενίσχυση των ήδη ισχυρών διμερών σχέσεων μας και στη συντονισμένη και αποτελεσματική προώθηση των ελληνικών θέσεων.
Η Ελλάδα θέλει να κρατήσει κοντά της την ελληνική Ομογένεια. Κυρίως μέσω της ψηφιοποίησης, γίνονται σημαντικές προσπάθειες για τη βελτίωση της παροχής προξενικών υπηρεσιών καθώς και για την αμεσότερη επαφή της Ομογένειας με την ελληνική γλώσσα και τον πολιτισμό. Περαιτέρω, στο επίπεδο της οικονομίας, θα ήθελα να προτρέψω τους ομογενείς μας να επενδύσουν στην Ελλάδα, η οποία έχει πλέον καταστεί ένα ευνοϊκό για επενδύσεις περιβάλλον.
Η Διασπορά μας είναι η μεγάλη δύναμη του Ελληνισμού. Τη θέλουμε πάντοτε κοντά μας στη μητροπολιτική Ελλάδα και ως κυβέρνηση την υπηρετούμε πάντοτε με αμέριστη αφοσίωση.