Οι χρηματοδοτικές ανάγκες είναι εξασφαλισμένες μέχρι το 2022
…ο Γιώργος Τσίπρας για έξοδο στις αγορές
Ο εξάδελφος του Αλέξη Τσίπρα δηλώνει ότι «το μεγαλύτερο πρόβλημα πηγάζει από τη στρατηγική έντασης που σκοπεύει να αναπτύξει η αντιπολίτευση» – «Δεν πανηγυρίζουμε όσο θα έπρεπε την επιτυχία ότι διαπραγματευτήκαμε ένα σαφώς ηπιότερο πρόγραμμα» λέει για το 3ο μνημόνιο ο διευθυντής του οικονομικού γραφείου του πρωθυπουργού
Μία ημέρα πριν την τυπική λήξη του 3ου δανειακού προγράμματος της Ελλάδας που θα σηματοδοτήσει τη λήξη της φθηνής δανειοδότησης από τους πιστωτές και τη στροφή προς τις αγορές για άντληση κεφαλαίων, ο εξάδελφος του πρωθυπουργού και διευθυντής του οικονομικού γραφείου του Αλεξη Τσίπρα επισημαίνει ότι οι χρημτοδοτικές ανάγκες της χώρας είναι εξασφαλισμένες μέχρι το 2022, αναφερόμενος προφανώς στο περίφημο «μαξιλαράκι» ασφαλείας.
«Αναφορικά με τη μελλοντική δυνατότητα δανεισμού δεν πρέπει να ανησυχούμε καθώς με τη συμφωνία που επιτύχαμε οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας είναι εξασφαλισμένες έως το 2022, οι δαπάνες διαχείρισης του χρέους είναι διαχειρίσιμες έως το 2032, ενώ ήδη η απόδοση του 10ετούς ομολόγου έχει πέσει κάτω από το 4% και κυμαίνεται λόγω συγκυριακών παραγόντων εκτός Ελλάδος» επισημαίνει ο Γιώργος Τσίπρας.
Ο εξάδελφος του πρωθυπουργού δηλώνει ότι «το μεγαλύτερο πρόβλημα για την επόμενη οικονομική χρονιά πηγάζει από τη στρατηγική έντασης που σκοπεύει να αναπτύξει η αντιπολίτευση» και προσθέτει: «Δεν πανηγυρίζουμε όσο θα έπρεπε την επιτυχία ότι διαπραγματευτήκαμε ένα σαφώς ηπιότερο πρόγραμμα».
Ο Γιώργος Τσίπρας υπογραμμίζει ότι «η οικονομική κατάσταση των πολιτών δεν μπορεί να επιστρέψει στα επίπεδα του 2009, της επίπλαστης ευμάρειας με δανεικά».
Μιλώντας στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Γιώργος Τσίπρας, διευθυντής του οικονομικού γραφείου του πρωθυπουργού, σημειώνει τη σημασία της ολοκλήρωσης του ελληνικού προγράμματος και της καθαρής εξόδου από τα μνημόνια και τις προτεραιότητες της κυβέρνησης για το επόμενο χρονικό διάστημα, αλλά και τους τομείς στους οποίους καταγράφεται ενδιαφέρον για επενδύσεις. Τονίζει ότι παύει το καθεστώς της επιτροπείας και αποκτούμε τον έλεγχο της οικονομικής μας πολιτικής, έστω και με τον στενό κορσέ των πλεονασμάτων του 3,5% μέχρι το 2022. Δεν υπαγορεύονται πλέον από τους δανειστές μας νέες περικοπές και μέτρα λιτότητας κι έτσι η Ελλάδα θα μπορέσει να ορθοποδήσει και να αναπτυχθεί με την κοινωνία όρθια, χωρίς όξυνση των ανισοτήτων και με αξιοποίηση του ανθρώπινου κεφαλαίου, με περισσότερες και καλύτερες ευκαιρίες» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Τσίπρας.
Παράλληλα, εκφράζει την αισιοδοξία του για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, σημειώνοντας ότι η επόμενη μέρα θα είναι αναμφίβολα καλύτερη από τη σημερινή. «Η οικονομία αναπτύσσεται ήδη για πέντε συνεχόμενα τρίμηνα, κάτι που είχε να συμβεί για περισσότερα από δέκα χρόνια» παρατηρεί στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ο διευθυντής του Οικονομικού Γραφείου του πρωθυπουργού. Εκφράζει μάλιστα την εκτίμηση ότι η ανοδική πορεία των δεικτών των επενδύσεων και των εξαγωγών θα ενισχυθεί περαιτέρω από την έξοδο στις αγορές και την εφαρμογή του αναπτυξιακού σχεδίου της κυβέρνησης, βασικός πυρήνας του οποίου, όπως υπογράμμισε, είναι η ενίσχυση της εξωστρέφειας μέσω συγκεκριμένων μέτρων για ανάπτυξη προϊόντων και υπηρεσιών ανταγωνιστικών στις διεθνείς αγορές, διευκόλυνσης της εξαγωγικής και της επενδυτικής δραστηριότητας και δημιουργίας ενός σταθερού και φιλικού επενδυτικού περιβάλλοντος που θα επιτρέπει την αξιοποίηση του υψηλού επιπέδου του ανθρώπινου δυναμικού και της στρατηγικής θέσης της χώρας.
Δίνοντας το στίγμα των προτεραιοτήτων της κυβέρνησης, ο κ. Τσίπρας προέταξε πως «μέσα σε αυτό το ευνοϊκό περιβάλλον μέλημα της κυβέρνησης είναι με στοχευμένες μειώσεις φόρων και αυξήσεις κοινωνικών δαπανών, να δοθούν οικονομικές ανάσες στην κοινωνία, να μειωθεί περισσότερο η ανεργία, με τη δημιουργία νέων θέσεων σταθερής απασχόλησης, να συνεχισθούν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις προς όφελος της οικονομίας και να ανακτηθεί όσο το ταχύτερο το καταστραμμένο από τη λιτότητα και τις υφεσιακές πολιτικές ΑΕΠ»
Σε αυτό το πλαίσιο, ο διευθυντής του Οικονομικού Γραφείου του πρωθυπουργού υποστηρίζει πως αναπτύσσεται ένα διαρκώς αυξανόμενο ενδιαφέρον και κινητικότητα ξένων επενδυτών για την Ελλάδα. Ειδικότερα, είπε πως το αυξημένο αυτό ενδιαφέρον εστιάζεται κυρίως στον τουρισμό, στο real estate, στα logistics, τον αγροδιατροφικό τομέα και τη βιομηχανία τροφίμων και ποτών, και τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες.
Επίσης, προσδιορίζει σαν πρόκληση για την ελληνική οικονομία την αντιμετώπιση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου. «Στην Εθνική Αναπτυξιακή Στρατηγική έχουμε βάλει ως στόχο την αύξηση των εξαγωγών στο 50% του ΑΕΠ έως το 2025. Αυτή η αύξηση πρέπει να συνδυαστεί και με υποκατάσταση εισαγωγών∙ συγκεκριμένες δράσεις ήδη υλοποιούνται όπως δράσεις για τη σύνδεση Τουρισμού-Βιομηχανίας-Αγροδιατροφής» αναφέρει.
Ακολουθεί η συνέντευξη του διευθυντή του Οικονομικού Γραφείου του πρωθυπουργού Γιώργου Τσίπρα στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων:
Ερ: Ολοκληρώνεται το ελληνικό οικονομικό πρόγραμμα. Τι σημαίνει καθαρή έξοδος για την ελληνική οικονομία;
Απ: Καθαρή έξοδος σημαίνει επιστροφή στην κανονικότητα. Σημαίνει ότι παύει το καθεστώς της επιτροπείας και αποκτούμε τον έλεγχο της οικονομικής μας πολιτικής, έστω και με το στενό κορσέ των πλεονασμάτων του 3,5% μέχρι το 2022. Δεν υπαγορεύονται πλέον από τους δανειστές μας νέες περικοπές και μέτρα λιτότητας και έτσι η Ελλάδα θα μπορέσει να ορθοποδήσει και να αναπτυχθεί με την κοινωνία όρθια, χωρίς όξυνση των ανισοτήτων και με αξιοποίηση του ανθρώπινου κεφαλαίου, με περισσότερες και καλύτερες ευκαιρίες.
H λήξη του προγράμματος σηματοδοτεί το τέλος μιας περιόδου στην οποία μάς οδήγησαν με τις πολιτικές τους οι προηγούμενες κυβερνήσεις, όπου οι πολίτες είδαν τα εισοδήματα τους να καταβαραθρώνονται και την ανεργία να εκτινάσσεται στα ύψη. Βέβαια, η οικονομική κατάσταση των πολιτών δεν μπορεί να επιστρέψει στα επίπεδα του 2009, της επίπλαστης ευμάρειας με δανεικά.
Γι’ αυτό και δεν πανηγυρίζουμε όσο θα έπρεπε την επιτυχία ότι διαπραγματευτήκαμε ένα σαφώς ηπιότερο πρόγραμμα, και κυρίως ότι αυτό το πρόγραμμα σε αντίθεση με τα δύο προηγούμενα ολοκληρώθηκε και βρισκόμαστε πλέον εκτός μνημονίων.
Ερ: Πώς θα είναι η επόμενη ημέρα για την ελληνική οικονομία και ποιες είναι οι προτεραιότητες της κυβέρνησης; Ανησυχείτε για τη μελλοντική δυνατότητα δανεισμού;
Απ: Η επόμενη μέρα θα είναι αναμφίβολα καλύτερη από τη σημερινή. Η οικονομία αναπτύσσεται ήδη για πέντε συνεχόμενα τρίμηνα, κάτι που είχε να συμβεί για περισσότερα από δέκα χρόνια. Λοιπόν έχουμε μία οικονομία σε ανάπτυξη, έχουμε ένα χρέος βιώσιμο που ήδη έχουμε εξασφαλίσει τη χρηματοδότησή του για τα επόμενα τέσσερα χρόνια και έχουμε περισσότερους βαθμούς ελευθερίας για την άσκηση της οικονομικής μας πολιτικής.
Μέσα σε αυτό το ευνοϊκό περιβάλλον μέλημα της κυβέρνησης είναι με στοχευμένες μειώσεις φόρων και αυξήσεις κοινωνικών δαπανών, να δοθούν οικονομικές ανάσες στην κοινωνία, να μειωθεί περισσότερο η ανεργία, με τη δημιουργία νέων θέσεων σταθερής απασχόλησης, να συνεχιστούν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις προς όφελος της οικονομίας και να ανακτηθεί όσο το ταχύτερο το καταστραμμένο από τη λιτότητα και τις υφεσιακές πολιτικές ΑΕΠ.
Για να τα πετύχουμε αυτά έχουμε αναπτύξει, για πρώτη φορά ως χώρα, ένα ολοκληρωμένο αναπτυξιακό σχέδιο το οποίο έχει χαιρετιστεί από τους διεθνείς οργανισμούς και περιλαμβάνει πλήθος σύνθετων και εφικτών στοχευμένων παρεμβάσεων τις οποίες είμαστε σε θέση να εφαρμόσουμε χωρίς περιορισμούς.
Αναφορικά με τη μελλοντική δυνατότητα δανεισμού δεν πρέπει να ανησυχούμε καθώς με τη συμφωνία που επιτύχαμε οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας είναι εξασφαλισμένες έως το 2022, οι δαπάνες διαχείρισης του χρέους είναι διαχειρίσιμες έως το 2032, ενώ ήδη η απόδοση του 10ετούς ομολόγου έχει πέσει κάτω από το 4% και κυμαίνεται λόγω συγκυριακών παραγόντων εκτός Ελλάδος.
Ερ: Τι σηματοδοτεί η έξοδος στις αγορές για τις ελληνικές εξαγωγές και τις επενδύσεις στη χώρα μας; Ποιες είναι οι κύριες προκλήσεις και ποιες οι ευκαιρίες;
Απ: Η έξοδος από τα μνημόνια, η αποδοχή της Εθνικής Αναπτυξιακής Στρατηγικής από τους Ευρωπαίους εταίρους, οι συνεχιζόμενες αναβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας από τους οίκους αξιολόγησης και η δυνατότητα εξόδου στις αγορές συνιστούν ψήφο εμπιστοσύνης και αποτελούν τα καλύτερα εχέγγυα για ξένους επενδυτές ή καταναλωτές ελληνικών εξαγόμενων προϊόντων.
Ήδη, οι επενδύσεις και οι εξαγωγές ήταν οι κύριοι παράγοντες που οδήγησαν στην ανάκαμψη το 2017. Οι μεν επενδύσεις παρουσίασαν αύξηση σχεδόν 10% σε ετήσια βάση, διπλάσιος σχεδόν ρυθμός από ό,τι προβλεπόταν. Ιδιαίτερα για την προσέλκυση ‘Αμεσων Ξένων Επενδύσεων, εντυπωσιακές ήταν οι επιδόσεις της χώρας το 2017, με ποσό 3,6 δισ. ευρώ που αποτελεί ρεκόρ δεκαετίας και μας επαναφέρει στα προ-κρίσης επίπεδα. Οι δε εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών ανήλθαν στο 33% του ΑΕΠ το 2017, από 19% το 2009, παρουσιάζοντας συνεχή αύξηση.
Η ανοδική πορεία των δεικτών των επενδύσεων και των εξαγωγών θα ενισχυθεί περαιτέρω από την έξοδο στις αγορές και την εφαρμογή του αναπτυξιακού μας σχεδίου, βασικός πυρήνας του οποίου είναι η ενίσχυση της εξωστρέφειας, μέσω συγκεκριμένων μέτρων για ανάπτυξη προϊόντων και υπηρεσιών ανταγωνιστικών στις διεθνείς αγορές, διευκόλυνσης της εξαγωγικής και της επενδυτικής δραστηριότητας και δημιουργίας ενός σταθερού και φιλικού επενδυτικού περιβάλλοντος που θα επιτρέπει την αξιοποίηση του υψηλού επιπέδου του ανθρώπινου δυναμικού και της στρατηγικής θέσης της χώρας.
Ερ: Καταγράφεται αυξημένο ενδιαφέρον από το εξωτερικό για επενδύσεις; Σε ποιους τομείς; Ποια εμπόδια πρέπει να αρθούν;
Απ: Αναπτύσσεται ένα διαρκώς αυξανόμενο ενδιαφέρον και κινητικότητα ξένων επενδυτών για την Ελλάδα. Η λήξη του οικονομικού προγράμματος και η επιστροφή στην κανονικότητα, είναι προφανές ότι τονώνουν το ενδιαφέρον για ξένες επενδύσεις στη χώρα μας. Το αυξημένο αυτό ενδιαφέρον εστιάζεται κυρίως στον τουρισμό, στο real estate, στα logistics, τον αγροδιατροφικό τομέα και τη βιομηχανία τροφίμων και ποτών, και τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες. Σε αυτούς άλλωστε τους τομείς πραγματοποιήθηκε το μεγαλύτερο μέρος των Ξένων ‘Αμεσων Επενδύσεων του 2016 και 2017.
Οι επιδόσεις της χώρας στην προσέλκυση Ξένων ‘Αμεσων Επενδύσεων πρέπει να αποδοθούν τόσο στην αναμενόμενη ανάκαμψη όσο και στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει. Το σημείο που μια οικονομία σε ύφεση γυρίζει είναι το καλύτερο σημείο εισόδου για τους επενδυτές.
Βέβαια δεν θα εφησυχάσουμε ούτε θα επιστρέψουμε στις πρακτικές προηγούμενων κυβερνήσεων που δημιούργησαν την κρίση και μας έβαλαν στα μνημόνια. Η υλοποίηση της Εθνικής Αναπτυξιακής Στρατηγικής προβλέπει τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων σε πεδία που ακόμη υστερούμε, όπως η δημιουργία ενός σταθερού, απλοποιημένου και δικαιότερου φορολογικού συστήματος, η επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης, η εστίαση ευρωπαϊκών προγραμμάτων στην εξωστρέφεια, η αναθεώρηση του νομικού πλαισίου για τις στρατηγικές επενδύσεις, η απλούστευση διαδικασιών, οι υπηρεσίες μίας στάσης και άλλα.
Ερ: Παρά την αύξηση των εξαγωγών το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας μας παραμένει ελλειμματικό. Τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα για να ανατραπεί αυτή η εικόνα;
Απ: Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου συνιστά πρόκληση για την ελληνική οικονομία. Κατά το έτος 2017 ανήλθε σε 21,4 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση σε σχέση με το 2016. Φαίνεται ότι η αύξηση των εξαγωγών συνδυάζεται από μεγαλύτερη αύξηση των εισαγωγών, αντανακλώντας την έως σήμερα αδυναμία του παραγωγικού προτύπου της χώρας να υποκαταστήσει εισαγωγές.
Ενόψει και της προβλεπόμενης σημαντικής αύξησης του ΑΕΠ για το 2018, η πρόκληση συνίσταται στο να μεταβληθεί αυτή η κατάσταση. Η αναστροφή της τάσης αύξησης του ελλείμματος ήδη ξεκίνησε να φαίνεται, όπως προκύπτει από τα τελευταία προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, που δείχνουν ότι στο πρώτο εξάμηνο του 2018 το εμπορικό έλλειμμα μειώθηκε κατά 9,1%, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2017. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο ότι οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 2,2 δισ. ευρώ ή κατά 15,7%. Στόχος μας είναι να κατοχυρώσουμε αυτή την τάση μείωσης του ελλείμματος. Στην Εθνική Αναπτυξιακή Στρατηγική έχουμε βάλει ως στόχο την αύξηση των εξαγωγών στο 50% του ΑΕΠ έως το 2025. Αυτή η αύξηση πρέπει να συνδυαστεί και με υποκατάσταση εισαγωγών συγκεκριμένες δράσεις ήδη υλοποιούνται όπως δράσεις για τη σύνδεση Τουρισμού-Βιομηχανίας-Αγροδιατροφής.
Ερ: Κινδυνεύει η στρατηγική αυτή από την επόμενη χρονιά που είναι χρονιά εκλογών;
Απ: Αν κάτι δείχνει το νοικοκύρεμα της οικονομίας και οι μεταρρυθμίσεις που ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο τα προηγούμενα τρία χρόνια, αλλά και η ύπαρξη για πρώτη φορά ενός Εθνικού Σχεδίου, είναι δεν θα επιστρέψουμε στην παθογένεια που προηγήθηκε και ευθύνεται για τη βαθιά κρίση του 2009. Συνεπώς, τα μέτρα επιστροφής της ανάκαμψης στην κοινωνία και ανακούφισης, τα αναπτυξιακά μέτρα και οι στοχευμένες φορο-ελαφρύνσεις θα γίνουν σε ένα πλαίσιο διατήρησης της δημοσιονομικής πειθαρχίας και υπέρβασης του στρεβλού παραγωγικού μοντέλου που κυριάρχησε τις προηγούμενες δεκαετίες.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα για την επόμενη οικονομική χρονιά πηγάζει από τη στρατηγική έντασης που σκοπεύει να αναπτύξει η αντιπολίτευση χωρίς κανένα φραγμό προκειμένου να επανέλθουν στα πράγματα ως «λυτρωτές» οι ίδιοι που κινδυνεύουν από τη διαφάνεια και απόδοση δικαιοσύνης, οι ίδιοι που ευθύνονται για τη βαθιά κρίση, για την εγκληματική μνημονιακή πολιτική που συρρίκνωσε κατά 26% το ΑΕΠ της χώρας, για τη φτωχοποίηση του ελληνικού λαού, για τη διάλυση του κράτους. Η ανεύθυνη, υποκριτική και τυχοδιωκτική στάση τους στο Μακεδονικό, ο χυδαίος τρόπος που προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν την τραγωδία στο Μάτι, η άρνηση της πανθομολογούμενης πραγματικότητας ότι η χώρα βγαίνει από τα μνημόνια, δείχνουν ότι έχουν ξεκινήσει για τα καλά ένα βρώμικο πόλεμο δίχως όρια και αρχές. Ένα βρώμικο πόλεμο όπου πρωτοστατεί ένα συγκεκριμένο πολιτικό κέντρο περί τον κ. Μητσοτάκη, υπό την καθοδήγηση συγκεκριμένων συμφερόντων υπόδικου επιχειρηματία που ελέγχει μεγάλη μερίδα των ΜΜΕ, και πριμοδοτεί την ακροδεξιά πτέρυγα της ΝΔ.
Ερ: Πώς φτάσαμε στην απελευθέρωση των δύο στρατιωτικών;
Απ: Η κυβέρνηση έκανε όλο το προηγούμενο διάστημα όλα όσα έπρεπε να κάνει ώστε να φτάσουμε στην απελευθέρωση. Διατήρησε την ψυχραιμία της για τους δύο στρατιωτικούς όπως και για άλλα ζητήματα με την Τουρκία και δεν υιοθέτησε μια νευρική αλλά μια σοβαρή στάση. Και δεν παζάρεψε. Διεθνοποίησε το ζήτημα των δύο στρατιωτικών, κυρίως στο επίπεδο των ευρωτουρκικών σχέσεων, ασκώντας πολύ μεγαλύτερη πίεση για το ζήτημα και την ίδια στιγμή δεν σταμάτησε ούτε για λίγο να δείχνει στη γείτονα χώρα ότι επιθυμούμε σχέσεις καλής γειτονίας, που βέβαια περνούσαν μέσα από την απελευθέρωση των δύο στρατιωτικών.
Οι τελευταίες εξελίξεις στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις ίσως βέβαια έπαιξαν το ρόλο τους. Αν ορισμένοι πιάνονται από αυτό για να συμπεράνουν ότι η απελευθέρωση δεν οφείλεται σε ενέργειες ή την όλη στάση της κυβέρνησης, μάλλον η αντικυβερνητική εμπάθεια όπως και η βλακεία είναι ανίκητη.
Πηγή: protothema.gr