Τσακαλώτος: Το ΔΝΤ είναι φειδωλό με την αλήθεια
Συνέντευξη στον Guardian
«Ζητά από τους Έλληνες συνταξιούχους και τις φτωχότερες τάξεις μισθωτών να είναι φειδωλοί στις ανάγκες τους, την στιγμή που το ίδιο είναι φειδωλό με την αλήθεια»
Κριτική στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) για τη στάση του στο ζήτημα του πρωτογενούς πλεονάσματος ασκεί ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, σε συνέντευξή του στη βρετανική εφημερίδα «The Guardian», απαντώντας στο χθεσινό άρθρο των Mορίς Όμπστφελντ και Πολ Τόμσεν.
Όπως σημειώνει, το ΔΝΤ ζητά από τους Έλληνες συνταξιούχους και τις φτωχότερες τάξεις μισθωτών να είναι φειδωλοί στις ανάγκες τους, την στιγμή που το ίδιο είναι φειδωλό με την αλήθεια.
«Η Ελλάδα δεν έχει «συμφωνήσει» σε τίποτα ακόμα. Ωστόσο, είναι κάτω από έντονη πίεση από τους πιστωτές της να το πράξει» αναφέρει ο υπουργός Οικονομικών και προσθέτει:
«Το ΔΝΤ έχει κάνει ελάχιστα για να αμβλύνει αυτή την πίεση. Αντί να έχει το θάρρος της γνώμης του και να μας βοηθήσει να μειώσουμε το μέγεθος ή / και τη χρονική περίοδο των πλεονασμάτων, βάζει όλη την πίεση σε εμάς για να καθορίσουμε νέα μέτρα λιτότητας για το 2019 και μετά. Το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι εξακολουθεί να προτιμά το 1,5%, για το οποίο σχεδόν όλοι οι οικονομολόγοι θα συμφωνούσαν ότι απέχει πολύ από το 3,5%. Ωστόσο, σε καμία στιγμή κατά τη διάρκεια της συζήτησης, το ΔΝΤ δεν υπαινίχτηκε καν την ιδέα, ότι αν δεν μειωθούν τα πλεονάσματα, τότε δεν θα μπορούσε να συμμετάσχει στο πρόγραμμα».
Αναλυτικά η παρέμβαση του Ευκλ. Τσακαλώτου:
Κατά τη διάρκεια του τελευταίου Eurogroup, εξέφρασα τη θέση της ελληνικής κυβέρνησης, ότι υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για μια οικονομία όπως αυτή της Ελλάδας, δοθέντων των όσων έχει περάσει κατά τη διάρκεια της κρίσης δεν έχουν καμία οικονομική ή πολιτική λογική. Ορισμένα κράτη-μέλη υποστήριξαν τη θέση ότι το ποσοστό 3,5% θα πρέπει να διατηρηθεί για δέκα χρόνια· άλλοι προσανατολίζονται στην κατεύθυνση ενός συμβιβασμού πέντε ετών. Η ελληνική θέση ήταν και είναι ότι κανένα από τα δύο δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει για την Ελλάδα και προτείναμε τη συμβιβαστική λύση της άμεσης μείωσης στο 2,5%, αλλά μετά από συμφωνία με τους θεσμούς ότι οι πόροι που θα απελευθερωθούν από τη μείωση της μίας ποσοστιαίας μονάδας (1%) από το 3,5% θα πρέπει να δαπανηθούν εξ ολοκλήρου στη μείωση των φόρων για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, ενισχύοντας έτσι την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη. Ποια ήταν η απάντηση του ΔΝΤ; Το ΔΝΤ υποστήριξε στο πλαίσιο του Eurogroup ότι: «Δεν έχει σημασία για μας αν θα είναι υψηλά τα πλεονάσματα για τρία, πέντε ή δέκα χρόνια, θα πρέπει να βρούμε περισσότερα μέτρα ώστε οι «αριθμοί να βγαίνουν» δεδομένου ότι δεν νομίζουμε ότι το 3,5% είναι εφικτός στόχος χωρίς τέτοια μέτρα». Δεν μπήκαν καν στον κόπο να σχολιάσουν την συμβιβαστική μας πρόταση.
Άρα, η Ελλάδα δεν έχει «συμφωνήσει» σε τίποτα ακόμα. Ωστόσο, είναι κάτω από έντονη πίεση από τους πιστωτές της να το πράξει. Το ΔΝΤ έχει κάνει ελάχιστα για να αμβλύνει αυτή την πίεση. Αντί να έχει το θάρρος της γνώμης του και να μας βοηθήσει να μειώσουμε το μέγεθος ή / και τη χρονική περίοδο των πλεονασμάτων, βάζει όλη την πίεση σε εμάς για να καθορίσουμε νέα μέτρα λιτότητας για το 2019 και μετά. Το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι εξακολουθεί να προτιμά το 1,5%, για το οποίο σχεδόν όλοι οι οικονομολόγοι θα συμφωνούσαν ότι απέχει πολύ από το 3,5%. Ωστόσο, σε καμία στιγμή κατά τη διάρκεια της συζήτησης, το ΔΝΤ δεν υπαινίχτηκε καν την ιδέα, ότι αν δεν μειωθούν τα πλεονάσματα, τότε δεν θα μπορούσε να συμμετάσχει στο πρόγραμμα.
Ως προς τη θέση ότι «η Ελλάδα δεν μπορεί να εκσυγχρονίσει την οικονομία της ενισχύοντας την χρηματοδότηση για υποδομές και για καλά στοχευμένα κοινωνικά προγράμματα ενώ παράλληλα απαλλάσσει πάνω από τα μισά νοικοκυριά από τη φορολογία εισοδήματος, και καταβάλλει δημόσιες συντάξεις στα επίπεδα των πλέον πλούσιων Ευρωπαϊκών χωρών», αυτό που πρέπει να ειπωθεί είναι ότι οι δαπάνες της Ελληνικής κυβέρνησης τόσο για τις συντάξεις όσο και για άλλα επιδόματα είναι περίπου στο 70% του μέσου όρου της ΕΕ και στο 52% εκείνου της Γερμανίας.
Όταν περίπου το 45% των συνταξιούχων έχουν μηνιαίες αποδοχές κάτω από το όριο της φτώχειας των € 665, και σχεδόν τέσσερα εκατομμύρια άνθρωποι, δηλαδή περισσότερο από το ένα τρίτο του πληθυσμού, έχουν χαρακτηριστεί ότι κινδυνεύουν από τη φτώχεια ή τον κοινωνικό αποκλεισμό, είναι δυνατόν το κύριο πρόβλημα στην Ελλάδα να είναι ότι οι συντάξεις και το αφορολόγητο όριο είναι πολύ γενναιόδωρα; Την ίδια στιγμή, ο μόνος λόγος για τον οποίο περισσότεροι άνθρωποι απαλλάσσονται από την καταβολή φόρου εισοδήματος είναι ότι λιγότεροι άνθρωποι έχουν αξιοπρεπή εισοδήματα. Έτσι, το ΔΝΤ, το οποίο υποτίθεται ότι επανεξετάζει τη σχέση μεταξύ της ανάπτυξης και της ανισότητας -και δικαίως τονίζει τη σημασία της ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς- φαίνεται να αγνοεί ότι η περαιτέρω μείωση των συντάξεων και η αύξηση του αφορολόγητου ορίου δεν μπορεί παρά να αυξήσουν τόσο την ανισότητα όσο και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Όμως, τουλάχιστον τότε… οι αριθμοί θα βγαίνουν.
Ο Οξφορδιανός φιλόσοφος J. L. Austen ήταν ιδιαίτερα επικριτικός στην επιχειρηματολογία που βασίζεται στην ακόλουθη τεχνική: τη μια στιγμή λες κάτι και την άλλη το παίρνεις πίσω. Στο ΔΝΤ μπορεί να ασκηθεί κριτική για τη χρήση αυτής ακριβώς της τεχνικής. Ζητά από τους Έλληνες συνταξιούχους και τις φτωχότερες τάξεις μισθωτών να είναι φειδωλοί στις ανάγκες τους, την στιγμή που το ίδιο το ΔΝΤ είναι φειδωλό με την αλήθεια.
Πηγή avgi.gr