ΜΑΝΤΑΜΑ ΜΠΑΤΕΡΦΛΑΪ – Μια «γιαπωνέζικη τραγωδία» στο Ηρώδειο
Της Έλενας Χουζούρη
Μια από τις πιο εμβληματικές όπερες του παγκόσμιου οπερατικού ρεπερτορίου, τη Μαντάμα Μπατερφλάι (σύμφωνα με την προφορά του ιταλικού πρωτοτύπου) του Τζιάκομο Πουτσίνι (1858-1924) παρουσιάζει η Εθνική Λυρική Σκηνή στο Ηρώδειο, στις 27, 28, 30 και 31 Ιουλίου, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, σε σκηνοθεσία Ούγκο ντε Άνα και μουσική διεύθυνση Μύρωνα Μιχαηλίδη. Το παρθενικό ανέβασμα της όπερας έγινε στη Σκάλα του Μιλάνου στις 17 Φεβρουαρίου 1904 και στέφθηκε με απόλυτη… αποτυχία! Ωστόσο, άλλαι αι βουλαί του Κυρίου και άλλαι… του κοινού. Διότι αντίθετα με το κοινό της Σκάλας του Μιλάνου, εκείνο της Μπρέσα αποθέωσε την όπερα, τρεις μήνες αργότερα. Δικαίως ο Πουτσίνι –ο οποίος στο μεταξύ πρόσθεσε μία ακόμη πράξη– χαρακτήρισε την όπερά του ως την πιο αγαπημένη του και τη νεαρή Τσο-Τσαν, όπως είναι το πραγματικό όνομα της Γιαπωνέζας «πεταλούδας», ως σύμβολο ανεξάντλητης υπομονής και αιώνιας σταθερής αγάπης, η οποία βεβαίως, ας μην το ξεχνάμε, οδηγείται στην αυτοχειρία με χαρακίρι. Πάντως, η τελική μορφή της όπερας, όπως την παρουσιάζει η δική μας Λυρική Σκηνή, βασίζεται σε εκδοχή του Πουτσίνι για τον θίασο της Κωμικής Όπερας του Παρισιού, που ανέβηκε στις 28 Δεκεμβρίου 1906. Στα καθ’ ημάς, η Μαντάμα Μπατερφλάι συμπεριελήφθη πρώτη φορά στο ρεπερτόριο του Γ’ Ελληνικού Μελοδράματος ήδη το 1919. Την ξαναβρίσκουμε να παρουσιάζεται στο –πρώτο– θέατρο Ολύμπιον τον Απρίλιο του 1930 με τη Μαρία Τριβέλλα –δασκάλα της Μαρίας Κάλλας– στον κεντρικό ρόλο και τον Αλέξανδρο Κυπαρίση στη διεύθυνση της ορχήστρας.
Η νεοϊδρυθείσα Εθνική Λυρική Σκηνή θα την ανεβάσει στις 4 Σεπτεμβρίου 1940 στο θερινό τότε Βασιλικό Θέατρο της Θεσσαλονίκης, ενώ η επίσημη πρεμιέρα της όπερας θα πραγματοποιηθεί στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, στην Αθήνα, μόλις τρεις ημέρες πριν από την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου, στις 25 Οκτωβρίου. Στον ρόλο της Μπατερφλάι, σε εκείνη την ιστορική παράσταση, εναλλάσσονταν η Ζωή Βλαχοπούλου και η Άννα Ρεμούνδου. Την ορχήστρα διεύθυνε ο Λεωνίδας Ζώρας. Το πώς αποφάσισε ο Πουτσίνι να «ταξιδέψει» έστω και νοερά στην Ιαπωνία και να στήσει εκεί το σκηνικό της όπεράς του είναι επίσης μια μικρή ιστορία. Στα τέλη του 19ου αιώνα, μια Αμερικανίδα επιστρέφει στις ΗΠΑ από την Ιαπωνία όπου είχε συνοδεύσει τον μεθοδιστή ιεραπόστολο σύζυγό της, διηγείται στον αδελφό της Τζον Λούθερ Λουνγκ διάφορες ιστορίες που τον εντυπωσιάζουν και αυτός γράφει μια σειρά νουβέλες. Μία από αυτές, η Madame Butterfly, δραματοποιείται από τον επίσης Αμερικανό Ντέιβιντ Μπελάσκο και ανεβαίνει στο θέατρο το 1900. Πιθανολογείται λοιπόν σφόδρα ότι ο Πουτσίνι παρακολούθησε μια παράσταση του έργου στο Λονδίνο, εντυπωσιάστηκε και ζήτησε από τους λιμπρετίστες Ίλινκα και Τζακόζα να γράψουν το λιμπρέτο της καινούργιας του όπερας. Ταυτόχρονα άρχισε να μελετάει τον γιαπωνέζικο πολιτισμό, ενώ πρόσθεσε και στοιχεία στη δική του ιστορία από το μυθιστόρημα Madame Chrysanteme του Γάλλου οριενταλιστή συγγραφέα Πιερ Λοτί. Και τι λέει η κατά Πουτσίνι Μαντάμα Μπατερφλάι;
Αρχές του 20ού αιώνα. Στο λιμάνι της γιαπωνέζικης πόλης Ναγκασάκι –της ίδιας που σαράντα χρόνια αργότερα θα καταστραφεί από την ατομική βόμβα των ΗΠΑ– καταφτάνει το αμερικανικό κανονιοφόρο Αβραάμ Λίνκολν και μαζί του ο υποπλοίαρχος Μπένζαμιν Φράνκλιν Πίνκερτον. Ο οποίος, όπως δηλώνει στον εκεί Αμερικανό πρόξενο, επιθυμεί να δρέψει τα λουλούδια κάθε ακτής και τον έρωτα κάθε όμορφου κοριτσιού. Η δεκαπεντάχρονη όμορφη γκέισα Τσο-Τσαν, επονομαζόμενη χαϊδευτικά «Πεταλούδα», τον ερωτεύεται σφόδρα, πείθεται από τις φρούδες υποσχέσεις του και τον παντρεύεται. Πρόκειται όμως για έναν γάμο-μαϊμού προκειμένου να πειστεί η Μπατερφλάι να ακολουθήσει τον Πίνκερτον στη νυφική παστάδα. Διότι ο Αμερικανός αξιωματικός γνωρίζει πολύ καλά ότι την επόμενη το πρωί το πλοίο του θα σαλπάρει για άλλα λιμάνια. Στο μεταξύ η οικογένεια της Μπατερφλάι την αποκηρύσσει, εκείνη μένει έγκυος, φέρνει στον κόσμο ένα αγόρι που το ονομάζει Ντολόρε (πόνος στα ιταλικά) και περιμένει πιστά την επιστροφή του Πίνκερτον. Πραγματικά ο αξιωματικός επιστρέφει τρία χρόνια αργότερα με την Αμερικανίδα σύζυγό του, μαθαίνει για την ύπαρξη του παιδιού του και χωρίς δισταγμό ζητάει από την Μπατερφλάι να του το δώσει. Εκείνη μην έχοντας, σύμφωνα με τα περί τιμής γιαπωνέζικα έθιμα, άλλη λύση προτιμάει να κάνει χαρακίρι και να πεθάνει δίπλα στον γιο της. Για την παράσταση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής ο Αργεντίνος σκηνοθέτης Ούγκο ντε Άνα –τον γνωρίσαμε πέρσι στην Τόσκα– ετοίμασε θεαματικά σκηνικά και κοστούμια εποχής. Επίσης, κάνει εντυπωσιακή χρήση των φωτισμών και του βίντεο. Ταυτόχρονα όμως δίνει βάρος και στις λεπτές αποχρώσεις των ερμηνειών, όπως απαιτεί η «γιαπωνέζικη τραγωδία» του Πουτσίνι. Στον ρόλο της νεαρής γκέισας εναλλάσσονται οι διάσημες σοπράνο Μαρία Λουίτζι Μπόρσι και Τσέλια Κοστέα. Πίνκερτον, οι τενόροι Βάλτερ Φρακκάρο και Λουτσάνο Γκάντσι. Σουτζούκι (πιστή υπηρέτρια της Μπατερφλάι) η Ολέσσα Πετρόβνα και στον ρόλο του Αμερικανού προξένου οι Δημήτρης Πλατανιάς και Διονύσης Σούρμπης.
Πηγή: diastixo.gr