Απάντηση σε δημοσιεύματα του Μητροπολίτη Ηλείας κου Γερμανού για τον Χριστοφόρο Παναγιωτόπουλο – Παπουλάκο

Απάντηση σε δημοσιεύματα του Μητροπολίτη Ηλείας κου Γερμανού για τον Χριστοφόρο Παναγιωτόπουλο - Παπουλάκο

Του Dr. Αθανάσιου A. Νασιόπουλου Προέδρου της Ένωσης των απανταχού Αρμπουναίων & καθηγητής ΤΕΙ Αθηνών

Ομολογώ ότι προβληματίστηκα εάν πρέπει να απαντήσω. Και αυτό διότι πρόκειται για κείμενα που δεν στέκουν στην παραμικρή βάσανο της κριτικής. Βρίθουν ιστορικών ανακριβειών, βρίθουν ετερόκλητων αντιφατικών αναφορών (ελπίζω από λάθος ενημέρωση), βρίθουν από πληθώρα αντιφάσεων (ελπίζω από απλή λογοτεχνική απροσεξία). Ο αρθρογράφος στηρίζεται σε άκρως επιλεκτική και περιορισμένη βιβλιογραφία (ανεπίτρεπτη λογοκρισία). Ο γράφων αποφεύγει πεισματικά να εκφράσει ξεκάθαρη θέση για τον βίο και την πολιτεία του αοίδιμου μοναχού, για τον αγώνα για την Ορθοδοξία και το Έθνος, για το έργο του – θρησκευτικό – πολιτικό – κοινωνικό, για την θυσία του. Απλά εμφανίζεται τιμητής των πάντων – όλοι οι άλλοι, πλην του αρθρογράφου, έχουν κάνει λάθος υπερασπιζόμενοι τον Χριστοφόρο Παναγιωτόπουλο. Ο κος Γερμανός αναδεικνύει ως προσφιλή λογοτεχνική μέθοδο τις ρητορικές ερωτήσεις προς τρίτους. Προφανώς δεν αναμένει απάντηση αλλά θέτοντας ερωτήματα προσπαθεί να δημιουργήσει απλά σύγχυση σε διάφορα ζητήματα στα οποία δεν θέλει να πάρει θέση.

Αναγκαζόμαστε να απαντήσουμε, μετά από πολλή υπομονή που επιδείξαμε, διότι ο αρθρογράφος επιτίθεται ανεπίτρεπτα και κατ’ επανάληψη στην Ένωση Αρμπουναίων, της οποίας τυγχάνει να είμαι ο Πρόεδρος. Στην απάντησή μας θα σχολιάσουμε μερικά σημαντικά σημεία και θα σταθούμε σε αναφορές του κου Γερμανού που αποτελούν κατά την γνώμη μας περίτρανη στρέβλωση της αλήθειας (ελπίζω όχι από πρόθεση).

Απευθυνόμενος λοιπόν ο αρθρογράφος κος Γερμανός προς την Ένωση Αρμπουναίων θέτει αλλεπάλληλα ερωτήματα όπως: πότε ιδρύθηκε, γιατί πήρε το όνομα που έχει, αν τα ιδρυτικά της μέλη είχαν συνείδηση περί Παπουλάκου ή πότε την απόκτησαν και άλλα πολλά, τουλάχιστον περίεργα.

Από πότε πιστεύει ο κος Γερμανός ότι η Ένωση απανταχού Αρμπουναίων οφείλει να του απολογηθεί, για το πότε ιδρύθηκε, για το έργο της και το όνομά της; Μήπως υπερβαίνει τα εσκαμμένα; Επιτρέψτε μας να πούμε ότι οι ερωτήσεις αυτές μοιάζουν με αυτή που θα μπορούσαμε να απευθύνουμε και εμείς γιατί ο ίδιος δεν επέλεξε ως όνομα κάποιο άλλο, κατά την γνώμη μας πιο ελληνοπρεπές και πιο εύηχο από χριστιανικής άποψης; Γνωρίζει ο κος Γερμανός το χωριό μας τον Άρμπουνα, τα αλώνια, τις πέτρες και τα λαγκάδια του, που ποτίστηκαν με ιδρώτα και αίμα από τους κατοίκους του και προγόνους μας; Γνωρίζει ή έχει επισκεφθεί τη Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου (ονομαζόμενη και ως Μονή Παπουλάκου); Γνωρίζει, ότι με ενέργειες της Ένωσης Αρμπουναίων και απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού η Μονή Παπουλάκου έχει ανακηρυχθεί διατηρητέο μνημείο; Μήπως από τον άμβωνα της μονής ο κος Γερμανός έχει κηρύξει ή έχει απλά νουθετήσει τους Αρμπουναίους ως ιεράρχης; Η απάντηση βέβαια είναι όχι. Πιστεύουμε ότι θα έπρεπε να έχει έλθει εκεί, δηλώνει μάλιστα Καλαβρυτινός, να μας παρουσιάσει τα πιστεύω του για το έργο του Παπουλάκου. Να πληροφορήσει τον απλό λαό και να μας δώσει, έστω και με πολλή καθυστέρηση, μια απάντηση για την τύχη του αιτήματος της Ένωσης Αρμπουναίων το 2001, για αναγνώριση του αοίδιμου μοναχού, εκθέτοντας τις προσωπικές του απόψεις για το ζήτημα. Θα επανέλθω στη συνέχεια σε αυτό διότι στις δημοσιεύσεις του ο κος Γερμανός αναφέρεται στο θέμα με λανθασμένα στοιχεία. Αυτό θα ήταν παρρησία και όχι οι ετερόκλητες δημοσιεύσεις και οι προσπάθειες αποπροσανατολισμού και διχασμού των συμπατριωτών διαβάλλοντας ακόμα και επίσημες εκδηλώσεις πολιτιστικών μας φορέων.

Με περίσσεια έκπληξη διαβάσαμε στο κείμενο τον ισχυρισμό του κου Γερμανού ότι δεν έχουμε ξεκαθαρίσει ποιος ήταν ο Χριστοφόρος Παναγιωτόπουλος ή Παπουλάκος/ης και ότι τον συγχέουμε με άλλον και επίσης προσθέτει ότι κατά τους ιστορικούς είναι αμφιλεγόμενο πρόσωπο. Πρόκειται για αστειότητες και το γνωρίζει και ο ίδιος ο αρθρογράφος. Σε κάθε περίπτωση αν δεν το έχει ξεκαθαρίσει ο κος Γερμανός μπορούμε να του συστήσουμε και να του προμηθεύσουμε άφθονη βιβλιογραφία.

Πληροφορούμε λοιπόν τον αναγνώστη ότι η μικρή Ένωση Αρμπουναίων έχει μεγάλο έργο και γνωρίζει καλά τον τρόπο να τιμά την ιστορία και τη παράδοση και να αποτείνει τιμή στις μεγάλες μορφές του τόπου της. Αναγνωρίζει την προσφορά του Χριστοφόρου Παναγιωτόπουλου Παπουλάκου, τον πιστεύει και ομνύει στο όνομά του. Πρέπει να προσθέσουμε επίσης ότι στο μέγιστο θέμα Παπουλάκου η Ένωση Αρμπουναίων δεν είναι μόνη επειδή τυχαίνει να αντιπροσωπεύει την γενέτειρα του Παπουλάκου. Το αποδεικνύει η σχετική απύθμενη αρθρογραφία και βιβλιογραφία, ενδεικτική για το τι πρεσβεύουν και άλλοι πολιτιστικοί, ιστορικοί, κοινωνικοί φορείς, όχι μόνο της επαρχίας Καλαβρύτων – που αντικειμενικά συνδέεται με την γενέτειρα του αοίδιμου μοναχού – αλλά της Πελοποννήσου και γενικότερα του Ελλαδικού χώρου, καθώς και κορυφαίοι παράγοντες της ορθόδοξης εκκλησίας. Το δηλώνουν οι μαρτυρίες του απλού κόσμου. Ως Ένωση Αρμπουναίων διαθέτουμε ευρύτατο αρχείο.

Από που να ξεκινήσει και που να τελειώσει κάποιος σχολιαστής με τις πολλές αντιφάσεις του κειμένου (κειμένων) του κου Γερμανού. Μπερδεύει τον αναγνώστη ο αρθρογράφος στην προσπάθεια να δώσει ο ίδιος απάντηση στο ερώτημα ποιος προηγείται στο να αποδοθεί εκκλησιαστική τιμή σε κάποιο πρόσωπο. Ο απλός λαός ή η εκάστοτε εκκλησιαστική αρχή; Στο κείμενο σε ένα σημείο υποστηρίζεται η μια θέση, σε άλλο σημείο η άλλη θέση. Κάπου σημειώνεται ότι είναι ο απλός λαός. Αν είναι έτσι γιατί στο άρθρο εγκαλείται η Ένωση Αρμπουναίων (στην ρύμη του κειμένου εγκαλούνται και άλλοι φορείς για άλλες περιπτώσεις) για όσα έκανε ή κάνει και ο αρθρογράφος εμφανίζεται ως τυπολάτρης με αλληλουχία υποκριτικών ερωτημάτων του τύπου ‘πότε αποκτήσαμε συνείδηση αγιότητας του μοναχού’, για να εκφράσει στην συνέχεια με βεβαιότητα στο κείμενο τον ισχυρισμό ότι το κάνουμε τώρα για «να μεγαλυνθεί το χωριό μας και δεν ξέρω και διατί άλλα». Θεωρούμε και επαναλαμβάνουμε ότι με φαιδρότητες υπερβαίνονται τα εσκαμμένα. Ναι, είμαστε περήφανοι για την όποια προσπάθεια μας. Ναι, αγωνιζόμαστε ακούραστα να αναδείξουμε όλες τις πτυχές της ιστορίας μας, όλες τις πτυχές των θρησκευτικών και κοινωνικών μας παραδόσεων, πάνω από όλα όλες εκείνες τις μορφές που άνοιξαν τον δρόμο ως τα σήμερα. Ακόμα και κάτω από τις πέτρες αναζητούμε τα ίχνη των προγόνων μας. Ναι, προσπαθούμε να αναδείξουμε τον τόπο μας και να αφήσουμε στις επόμενες γενιές τις πιο ωραίες παρακαταθήκες που διαθέτουμε. Το κάνουμε γιατί το νοιώθουμε ως καθήκον. Αν κάποιος διαφωνεί με αυτό το διατυπώνει ξεκάθαρα και όχι με υπεκφυγές και ο λαός κρίνει. Πρέπει επίσης να επισημάνουμε ότι ο ισχυρισμός του κου Γερμανού, όπως διατυπώνεται στα κείμενά του, ότι δηλαδή ‘ότι κάνουμε το κάνουμε για ιδιοτελείς σκοπούς από καθαρά κοσμικά κριτήρια’ επιτρέπει τον δικό μας συλλογισμό ότι η αντίθεσή του στο να αναδειχθούν μεγάλες ιστορικές και θρησκευτικές μορφές, φωτεινά παραδείγματα, πηγάζει από το φόβο να προκληθεί ζημιά σε άλλους σχεδιασμούς που επίσης χαρακτηρίζονται από κοσμικά κριτήρια. Απαιτείται λοιπόν ιδιαίτερη προσοχή σε τέτοιους συλλογισμούς.

Μια σειρά ερωτημάτων που διατυπώνονται στο κείμενο, με περίσσιο ρητορικό στόμφο, όπως ποια εκκλησιαστική αρχή έκανε εκείνο, ποια αρχή βεβαίωσε το άλλο, ποια αρχή επέτρεψε αυτό κλπ. δημιουργούν μείζον θέμα. Τα ερωτήματα αυτά αυτοαναιρούν τον γράφοντα ως ταγό της Ορθόδοξης εκκλησίας, η οποία εν πολλοίς, αν όχι στο σύνολό της, βασίζεται στην παράδοση. Αυτός ο τρόπος γραφής μας βάζει στον πειρασμό να διατυπώσουμε με τη σειρά μας δικές μας απορίες, όπως για παράδειγμα ποια εκκλησιαστική ή άλλη αρχή βεβαίωσε το ‘όραμα’ του απόστολου Παύλου που σηματοδότησε την αποστολική δράση του. Δεν χρειάζεται να επεκταθούμε. Είναι προσφιλής η μέθοδος αξιολόγησης χρησιμοποιώντας κατά περίπτωση δύο μέτρα και δύο σταθμά.

Σε άλλη παράγραφο του κειμένου, μετά από τις αντιφάσεις, τις παλινωδίες και τις ακροβασίες στα τυπολατρικά θέματα, ο κος Γερμανός έρχεται στην προσπάθεια ‘μείωσης’ της μορφής του Παπουλάκου. Παντελής βέβαια και εδώ η έλλειψη τεκμηρίωσης. Ο κος Γερμανός σε σημείο του κειμένου του αναφέρει ότι ο Παπουλάκος μετά την δίωξη και την εξορία του από την τότε επίσημη σύνοδο και τον θάνατό του το 1861 ‘έμεινε έκτοτε λησμονημένος’. Βέβαια σε άλλο σημείο του ίδιου κειμένου παραδέχεται ότι ‘πολλά έχουν γραφεί στα 160 χρόνια από το θάνατό του’. Αναφέρει στο κείμενο ότι η μυθιστορία του Κ. Μπαστιά «εξωράισε» την βιογραφία του μοναχού και προσπερνάει αβασάνιστα όλες τις άλλες αναφορές μεγάλων συγγραφέων και μελετητών, ιστορικών αλλά και παραγόντων της εκκλησίας, της εποχής αλλά και μεταγενέστερους. Άγνοια ή εσκεμμένη λογοκρισία; Είναι απαράδεκτο το σκεπτικό και οι αναφορές του συγγραφέα να βασίζονται μόνο στις εγκυκλίους της συνόδου εκείνης της εποχής, με τις οποίες διώχτηκε ο Παπουλάκος και από τις οποίες πάλι γίνεται άκρως επιλεκτική καταγραφή γεγονότων. Για παράδειγμα στα κείμενα του ο κος Γερμανός δεν αναφέρει ότι το μόνο ξεκάθαρο σε αυτές τις εγκυκλίους ήταν οι κολακείες και η υποταγή της συνόδου στο Όθωνα. Δεν αναφέρει ότι μόνο από τρεις συνοδικούς υπογράφηκε η εγκύκλιος της 15ης Μαρτίου 1852. Δεν αναφέρει τί συνέβη με την εγκύκλιο της 26 Μαΐου 1852. Τί ακολούθησε; Έγινε αποδεκτή, μήπως ακολούθησαν επεισόδια. Ως ειδικότερος από μένα στα εκκλησιαστικά θέματα σίγουρα τα γνωρίζει. Επίσης διώκτης του Παπουλάκου στην Μάνη ήταν ο επίσκοπος Οιτύλου Προκόπιος. Θα επιθυμούσαμε να ενημερωθούμε από τα κείμενα του κου Γερμανού για τις αποφάσεις της συνόδου για τον Προκόπιο. Μήπως το 1834 η σύνοδος τον καθαίρεσε και στην συνέχεια – αφού ανάνηψε – τον αποκατέστησε ως επίσκοπο; Στα γενικά αρχεία του κράτους υπάρχει το σχετικό υλικό. Ακόμα και στα κείμενα των εγκυκλίων που επικαλείται ο κος Γερμανός, ο προσεκτικός μελετητής ανακαλύπτει την ουσία των πραγμάτων. Κατηγορίες ‘φτιαχτές’ ενάντια στον Παπουλάκο με σημείο εκκίνησης όταν ο Παπουλάκος στην διάρκεια της πορείας του διαφώνησε με την απόλυτη εξουσία του βαυαρικού κατεστημένου και στην εκκλησία. Υπενθυμίζω ότι ο Χριστοφόρος Παναγιωτόπουλος το 1851 εξασφάλισε επίσημη άδεια κηρύγματος. Επί της ουσίας η ιστορική και θρησκευτική συνεισφορά του αοίδιμου μοναχού, όπως καταγράφεται διαχρονικά, είναι ο αγώνας του για την ορθοδοξία και το χειμαζόμενο έθνος. Όταν η τότε επίσημη εκκλησία δήλωνε υποταγή στο παλάτι, αυτός διέγνωσε τους κινδύνους από τις απαράδεκτες βαυαρικές καινοτομίες της Οθωνικής εξουσίας, με σημαντικότερη την απόλυτη εξουσία του Όθωνα πέραν του κράτους και στην εκκλησία και στο διαχωρισμό της τελευταίας από την Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης και αποφάσισε να αντισταθεί. Υποστηρίζοντας σθεναρά τις θέσεις του για το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το Γένος και γενικότερα για τα δικαιώματα του νέου κράτους, σφόδρα διώχτηκε, φυλακίστηκε και εξορίστηκε από την φιμωμένη σύνοδο της εκκλησίας στην Θήρα και στην Άνδρο, όπου και πέθανε. «Ειρήσθω εν παρόδω» το ίδιο οθωνικό καθεστώς καταδίκασε σε θάνατο τους Κολοκοτρώνη και Πλαπούτα και οδήγησε και στην επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843. Για το βαυαρικό καθεστώς ο ιστορικός Χαλκιόπουλος το 1890 έγραφε: «…Ουδέποτε υπήρξε στρεβλώτερος οργανισμός προς παιδαγώγησιν έθνους ως ο βαυαρικός οργανισμός, όστις εγένετο αφορμή τοσούτων εθνικών συμφορών. Εμπνεόμενοι υπό ποταπών αισθημάτων και ιδεών περί του ημετέρου αγώνος, οι βαυαροί τυφλώς ησπάσθησαν κατ΄αρχάς την φρικαλέαν διοίκησιν της τρομακρατίας… διοίκησιν χείρονα της τουρκικής…».

Δεν είναι βέβαια το μοναδικό κείμενο που περιγράφει την τότε κατάσταση.

Αυτό τον αγώνα, το έργο και τη θυσία του Χριστοφόρου Παναγιωτόπουλου ανέδειξαν δια μέσου των δεκαετιών έως σήμερα δεκάδες συγγραφείς, λόγιοι και παράγοντες. Αμέτρητα τα άρθρα και οι θετικές αναφορές στο όνομά του, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων. Μέσα από όλα τα κείμενα και την αρθογραφία φαίνεται ότι έχει ωριμάσει η ανάγκη ότι αυτή η Μορφή, αυτός ο Μάρτυρας της Ορθοδοξίας και της Ρωμιοσύνης πρέπει να τιμηθεί και τυπικά, όπως του αξίζει, καταλαμβάνοντας την θέση που του ανήκει στην Ιστορία και στην Εκκλησία. Οι συντοπίτες του Αρμπουναίοι, που έχουμε την μεγάλη τιμή από το μικρό χωριό μας να κατάγεται αυτός ο αγωνιστής της Ορθοδοξίας, νοιώθουμε ασύνορο το χρέος της συνεχούς προσπάθειας προς αυτή την κατεύθυνση. Η Ένωση Αρμπουναίων, με άοκνες προσπάθειες από την ίδρυσή της, θέλησε ταπεινά να αναδείξει με τον καλύτερο τρόπο την τεράστια Ιερή Μορφή του. Συγκέντρωσε όλο το απαραίτητο ιστορικό αρχείο, το 1973 με ενέργειές της επαναπατρίστηκε στο χωριό Άρμπουνα η σεπτή κάρα του Όσιου Παπουλάκου. Ακόμα το 1987 με απόφαση της τότε υπουργού πολιτισμού Μελίνας Μερκούρη η ομώνυμος Μονή «Κοιμήσεως της Θεοτόκου-Οσίου Παπουλάκου» στο χωριό ανακηρύχτηκε διατηρητέο μνημείο.

Το 2001 η Ένωση Αρμπουναίων κατέθεσε στη Μητρόπολη Αιγιαλείας και Καλαβρύτων αίτημα αναγνώρισης και ενδεχόμενα αγιοκατάταξης του αοίδιμου μοναχού. Στην συνέχεια η Μητρόπολη Αιγιαλείας και Καλαβρύτων κατέθεσε στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος το ίδιο αίτημα το οποίο για διάφορους λόγους, δε στηρίχθηκε όσο θα έπρεπε. Στο σημείο αυτό επισημαίνω ότι στην επιστολή κατάθεσης προς την ιερά σύνοδο (αριθ. πρωτ. 640 /29-10-2004) ο Μητροπολίτης Αιγιαλείας και Καλαβρύτων κος Αμβρόσιος μεταξύ άλλων έγραφε: « …Τοιούτως έμπλεως Πνεύματος Χριστού, «σκεύος εκλογής», ευλογία Θεού, Ευαγγέλιον ζών, υπήρξε δια την προσφιλή μαρτυρική Επαρχία Καλαβρύτων της καθ’ ημάς Θεοσώστου Επαρχίας, ο επί έτη μακρά οσίως και εν ασκήσει τον βίον διανύσας κατά κόσμον Χριστοφόρος Παναγιωτόπουλος, επονομαζόμενος ΠΑΠΑΟΥΛΑΚΟΣ – γόνος Δ.Δ. Αρμπούνων Δήμου Λευκασίου Επαρχίας Καλαβρύτων, όστις μεγίστην ηθικήν, πνευματικήν και θρησκευτικήν ασκήσας επίδρασιν επί τας ψυχάς μικρών και μεγάλων ανδρών και γυναικών, νέων και νεανίδων και γεννήσας εν ταις ψυχαίς πάντων ημών κοινήν την πεποίθησιν ότι η ημετέρα Θεόσωστος Επαρχία, άλλαι τιναί της Πελοποννήσου και ευρύτερον εχαριτώθησαν δια θαυματουργιών, προρρήσεων, νουθεσιών, ευεργεσιών, Θείου κηρύγματος και διαπύρου προσευχής αυτού εις την εθνικώς και θρησκευτικώς χαλεπήν περίοδον της βιοτής του. Εφ΄ ώ συνετάξαμεν εις μνήμην αιώνιον την παρούσαν μαρτυρίαν ενισχυόμενοι εκ των θαυματουργικών σημείων που επιτελέσθησαν προ και μετά της κοιμήσεώς του εις την ΙΕΡΑΝ ΜΟΝΗ ΠΑΝΑΧΡΑΝΤΡΟΥ εις την νήσον Άνδρον, τα οποία ως κατωτέρω προαγόμεθα να παραθέσωμεν:…..» για να καταλήξει: «….Η συνείδησις του λαού έχει ήδη εκφραστεί, όπως και εις την περίπτωσην του Οσίου Εφραίμ. Υπάρχει η καλή έξωθεν μαρτυρία, η οποία συνηγορεί για την αγιοποίησίν του …. παρακαλούμεν ευσεβάστως την Αγίαν και Ιεράν Σύνοδον της Εκκλησίας της Ελλάδος, όπως ευαρεστούμενη προωθήση την περαιτέρω διαδικασίαν αγιοποιήσεώς του…». Η απάντηση της Ιεράς Συνόδου (αριθ. πρωτ. 3706 π.ε., αριθ. διεκπ. 407 / 24 -2 -2005) (αρνητική με το σκεπτικό ότι «δεν συντρέχουν αι απαιτούμεναι υπό της Ορθοδόξου Κανονικής Παραδόσεως προϋποθέσεις») απευθυνόταν προς τον Σεβασμιώτατον Μητροπολίτη Αιγιαλείας και Καλαβρύτων. Αυτή είναι η αλληλουχία των συμβάντων για την κατατεθείσα αίτηση και όχι οι ανακρίβειες του κειμένου και οι αναφορές του κου Γερμανού σε περίεργο δημοσίευμα της εποχής ως συνέπεια της αίτησης των Αρμπουναίων. Το δημοσίευμα υπήρξε αλλά συσχετιζόταν με τις δηλώσεις του μακαριστού Χριστόδουλου (στις 2-4-2000 σε συνέντευξή του στο ραδιοφωνικό σταθμό της εκκλησίας της Ελλάδας και στις 30/1/2001, στην γιορτή των τριών Ιεραρχών, απευθυνόμενους σε εκπαιδευτικούς), όπου παρουσίασε τον Παπουλάκο ως νέο Κοσμά Αιτωλό. Είναι χρέος μας να είμαστε διαβασμένοι και να αντιστεκόμαστε στις ανακρίβειες.

Τελειώνοντας θέλω να πληροφορήσω τον αναγνώστη ότι στο αρχείο της Ένωσης Αρμπουναίων υπάρχει πλήρης βιβλιογραφία και αρθρογραφία για τον αείμνηστο μοναχό. Διαθέτουμε επίσης όλες τις αναφορές κορυφαίων λόγιων, μελετητών, ιστορικών και κορυφαίων παραγόντων της εκκλησίας για το έργο και την προσφορά του Χριστοφόρου Παναγιωτόπουλου και οι οποίες αναφορές συνεχίζονται ως τις μέρες μας. Από εδώ πηγάζει για μας όλη η πληροφορία, που μετουσιώνεται σε χρέος συνεχούς αναζήτησης και συλλογής όλων των ιστορικών στοιχείων, δεδομένων και πληροφοριών για την ανάδειξη και την δικαίωση της «λησμονημένης» κατά τον κο Γερμανό μορφής. Με αυτό το σκεπτικό αποφασίσαμε να απαντήσουμε και στις ανακρίβειες των κειμένων του.

Είναι αδύνατον να παραθέσω εδώ, λόγω του περιορισμένου χώρου, που με ευγένεια μου δανείζει το Παγκαλαβρυτινό Βήμα, όλες τις αναφορές. Όλες πάντως είναι στην διάθεσή σας. Αρκούμαι να αναφερθώ μόνο σε ένα κατά την γνώμη μου ιστορικό κείμενο του Πατριάρχη Βαρθολομαίου, όπου μιλώντας για τον Παπουλάκο, μεταξύ άλλων σημειώνει: «…Ο Οσιώτατος Μοναχός Χριστοφόρος, ο επικληθείς «Παπουλάκος», απεστάλη υπό του Θεού εν ζήλω Ηλιού δια να κηρύξη τα θεία δικαιώματα, να διδάξη την πατρώαν πίστιν και να ελέγξη οθνείας επιδράσεις εις την λειτουργίαν του εκκλησιαστικού και κοινωνικού σώματος. Ηγαπήθη μεν σφόδρα υπό του ευσεβούς λαού του Θεού, όστις ανεγνώρισεν εν τω προσώπω αυτού τον εκφραστήν της γνησίας εκκλησιαστικής παραδόσεως και ευσεβείας, εδιώχθη δε υπό των κρατούντων, δι̉ ους εγένετο κατά το ψαλμικόν «βαρύς και βλεπόμενος» ως δήθεν υποκινητής στάσεως κατά του πολιτεύματος, και εκοιμήθη οσιακώς εν τη Ιερά Μονή Παναχράντου της Άνδρου, διανύων εν αυτή την επιβληθείσαν αυτώ εκκλησιαστικήν ποινήν εγκλεισμού. Η μνήμη του επεβίωσε μέχρι σήμερον αγαθή εν τω εκκλησιαστικώ πληρώματι…».

Αυτό το κείμενο το αισθανόμαστε και το εκλαμβάνουμε ως αναγνώριση και δικαίωση όσων σήμερα αγωνίζονται για την προβολή και την ανάδειξη της μεγάλης αυτής μορφής, του Χριστοφόρου Παναγιωτόπουλου ή Παπουλάκου. Φορείς λοιπόν όπως, η Ένωση Απανταχού Αρμπουναίων, ο Δήμος Κλειτορίας, η Ομοσπονδία όλων των Πολιτιστικών Συλλόγων και Ενώσεων του Δήμου Κλειτορίας, η Παγκαλαβρυτινή Ένωση, που ενώνει τους απανταχού Καλαβρυτινούς, το: Ινστιτούτο «Χριστοφόρος Παπουλάκος», φορείς από την Μάνη όπου έδρασε ο Παπουλάκος, φορείς από τη Θήρα και την Άνδρο όπου εξορίστηκε και έδρασε, γενικά φορείς που είναι ευαίσθητοι στο σεβασμό της ιστορίας, της ιστορικοθρησκευτικής παράδοσης, φορείς που είναι ευαίσθητοι στο ιστορικό γίγνεσθαι και στις μορφές που το διαμορφώνουν διαχρονικά, φορείς που αισθάνονται την ανάσα και το χνώτο του απλού ανθρώπου, έχουν ενώσει τις δυνάμεις τους και συνεργάζονται για την ανάδειξη αυτής της ιστορικής πτυχής και σελίδας του τόπου μας, της μορφής και του έργου του Χριστοφόρου Παναγιωτόπουλου ή Παπουλάκου. Την κοινή πεποίθηση που έχει διαμορφωθεί στον απλό λαό, που τον σέβεται ως άγιο, εκφράζει η σθεναρή στόχευση στη μεγάλη υπόθεση της αναγνώρισης του αοίδιμου μοναχού. Η εκκλησιαστική δικαίωση και η αγιοκατάταξη είναι αρμοδιότητα άλλων.

Κορυφαία τελευταία δείγματα αυτής της συνεργασίας είναι η μεγάλη επιτυχία των δύο εκδηλώσεων που οργανώθηκαν πρόσφατα από το ινστιτούτο Χριστοφόρος Παναγιωτόπουλος. Η Επιστημονική Ημερίδα στη Θήρα, τον Ιούλιο του 2009, υπό την αιγίδα της τοπικής μητρόπολης και το Α΄ επιστημονικό συνέδριο με θέμα «Ο Όσιος Χριστοφόρος Παπουλάκος», στο Δήμο Κλειτορίας το Σεπτέμβριο του 2009. Οι εκδηλώσεις αυτές συνεισέφεραν τα μέγιστα στην ανάδειξη μέσα από τις ιστορικές πηγές αδιάσειστων στοιχείων και πτυχών του οσιακού βίου, της διδαχής, και της προσφοράς του Χριστοφόρου Παπουλάκου, καθώς και του διαχρονικού κύρους, της διαχρονικής τιμής και του διαχρονικού σεβασμού που έχαιρε από το λαό. Από τις μαρτυρίες του απλού κόσμου που κατατέθηκαν και καταγράφηκαν, καταφάνηκε άλλη μια φορά ότι στην συνείδηση του απλού πολίτη ο αοίδιμος Μοναχός είναι οσιακή μορφή.

Σε πείσμα των καιρών, εμείς δεν θα πάψουμε ν᾽ αναφερόμαστε σε ιερές, οδηγητικές μορφές του παρελθόντος, προς ενίσχυση, ενδυνάμωση και αναψυχή. Συμπληρώνονται εφέτος 150 έτη από την οσιακή κοίμηση του Παπουλάκου. Πολέμησε ολόψυχα ξένες επιδράσεις, δυτικές παραδόσεις, ξένες προς την ορθόδοξη παράδοση. Καυτηρίασε τον ετερόδοξο μονάρχη, που έκλεισε πολλά μοναστήρια και γκρέμισε βυζαντινούς ι. ναούς. Για τα φλογερά κηρύγματά του, διώχθηκε, ταλαιπωρήθηκε, εξορίσθηκε και φυλακίσθηκε. Οι τότε εκσυγχρονιστές τον κατηγόρησαν ως αγύρτη, γιατί τους ενοχλούσαντά λόγια του. Ο λαός ακολουθούσε τον άδολο μαχητή, τον ακέραιο ιεροκήρυκα, τον ακτήμονα μοναχό, τον ομολογητή ρασοφόρο. Από νωρίς ο Παπουλάκος, κατάλαβε καλά ότι η δυτική θεολογία ήταν ανορθόδοξη και αντιορθόδοξη. Η δυτική θεολογία ήθελε να κατεβάσει τον ουρανό στη γη, να διατηρεί τους χριστιανούς στη σκλαβιά, να καλλιεργεί τον αλαζονικό ουμανιστικό ανθρωπισμό, που έφερνε τον αθεϊσμό. Αποφάσισε έτσι να διδάξει τον λαό μεγάλες αλήθειες με κίνδυνο της ζωής του. Η Βαυαροκρατία ήταν σκληρή απέναντι στον ορθόδοξο κλήρο. Ήθελαν να φραγκέψουν τα πάντα. Αντιστάθηκαν σθεναρά, ο στρατηγός Μακρυγιάννης, ο Κοσμάς Φλαμιάτος, οι Κολλυβάδες, Φιλοκαλικοί, Αγιορείτες Πατέρες και ο άφοβος Παπουλάκος.

Ο Χριστoφόρος Παναγιωτόπουλος ή Χριστοπανάγος ή Παπουλάκος ή Παπουλάκης γεννήθηκε στο μικρό χωριό Άρμπουνα των Καλαβρύτων περί το 1780. Ζούσε μέτρια και μετρημένα, με τα τρία αδέλφια του, εμπορευόμενος ζώα. Νέος αγάπησε τη μελέτη, την προσευχή και τον μοναχισμό. Έτσι αναχώρησε για τη ι. μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, όπου εκάρη μοναχός. Κατόπιν επέστρεψε στο χωριό του και έξω αυτού έκτισε ένα μοναστηράκι, που το αφιέρωσε στην Παναγία. Με πολλές προσπάθειες κατάφερε να πάρει την άδεια του ιεροκήρυκα. Με κόπους και θυσίες άρχισε περιοδείες διδάσκοντας κατά των άθεων γραμμάτων, σε όλη την Πελοπόννησο.

Το 1833 η Εκκλησία της Ελλάδος είχε αποσχισθεί από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, με πρωτεργάτη τον Θεόκλητο Φαρμακίδη, που πιεζόταν από τον Μάουερ. Κυνηγήθηκε ο μοναχισμός, οι μισσιονάριοι εργάζονταν ανενόχλητοι και ο Παπουλάκος θέλησε ν᾽ αντιδράσει δυναμικά. Συνεχίζει τα κηρύγματά του, παρά τ᾽ ότι του πήραν την άδεια, ως νέος άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός. Τον εχθρεύονται και αυτόν πολλοί, ο Κοραής, ο Καΐρης, ο Φαρμακίδης και άλλοι. Για το έργο του συλλαμβάνεται το 1851 στην Αχαΐα για πρώτη φορά. Ο κόσμος τον άκουγε με προσοχή και τον υπεραγαπούσε. Τα κηρύγματά του στρέφει με θεοσημείες και προφητείες.

Ο λαός τον ακολουθούσε πιστά και απτόητα. Με προδοσία συνελήφθη το 1852 και οδηγήθηκε στις φυλακές του Ρίο. Στη συνέχεια περιορίσθηκε στη ι. μονή Προφήτου Ηλιού Σαντορίνης και κατόπιν στη ι. μονή Παναχράντου Άνδρου. Κι εκεί δεν έπαυσε τις ψυχωφελείς διδαχές και προτροπές. Ο Παπουλάκος ήταν ένας απλός, φτωχός, αληθινός και τίμιος μοναχός. Αγαπούσε την Ορθοδοξία και την Ελλάδα, τον Χριστό και την Αλήθεια. Ακολούθησε τον δρόμο της ομολογίας, του μαρτυρίου, της ασκήσεως και του ευαγγελισμού των ψυχών. Γι᾽ αυτό ο πιστός λαός τον αγάπησε και τον τίμησε ως άγιο. Παρέδωσε το πνεύμα του στις 18-1-1861, 150 έτη πριν η μνήμη του παραμένει ζωντανή, για την καθαρότητα, γνησιότητα, ταπεινότητα και αληθινότητα της ζωής του.

Μορφές ανιδιοτέλειας, θυσίας και προσφοράς χρειάζονται απαραίτητα και σήμερα. Ημέρες άτονες, ισχνές, άφωτες και ταραγμένες, σαν τις δικές μας, θέλουν ηρωϊσμό, γενναιότητα, θάρρος και τόλμη…

Στις μετά τη σπατάλη ισχνές και δύσκολες ημέρες μας ξαναχρειάζεται εγερτήριο σάλπισμα προς μετάνοια, ανόρθωση, ανασυγκρότηση και ορθοστασία. Η εκκοσμίκευση κούρασε, ο μιμητισμός ταλαιπώρησε, ο εκδυτικισμός αλλοίωσε, ο συγκριτισμός εξαπάτησε, ο οικουμενισμός αστόχησε. Χρειάζονται απαραίτητα γενναίες φωνές, ηρωϊκό φρόνημα, ομολογία πίστεως, πίστη θερμή ως του οσίου Παπουλάκου.

Comments are closed.