Τα ξύλα της ντροπής
Είσαι μεγάλος πια, πατημένα 30. Έναρξη της πιο δημιουργικής δεκαετίας. Έχεις προπονηθεί (σχεδόν κάηκες απ’ τις επαναλήψεις) στα προεόρτια και τώρα μπήκες στην τελική ευθεία. Η κρίση σου ‘πεσε κατακέφαλα και σου ‘κοψε την φόρα.
Δεν σ’ αρέσει και η λέξη και τη βαρέθηκες και δεν έχεις πώς αλλιώς να την πεις. Εσύ που έφτιαχνες λογοπαίγνια στην μπάρα και χασκογέλαγαν οι διπλανοί. Η ολιγόλεπτη παύση για την επόμενη εξυπνάδα ήταν το φόρτε σου. Παραμονές χειμερινών πολυήμερων γιορτών – με δώρα, μπόνους και χαρτζιλίκια της μπελ επόκ – είχες κλείσεις 3ήμερο με φίλο ή φίλους και μετά ένα 3ημερο με γονείς. Φουλ πρόγραμμα.
Τώρα όχι μόνο έχεις χωνέψει τις μειώσεις αλλά και τον σταχτί φόβο πάνω από το κεφάλι σου που σ’ αρέσει να στον ονομάζουν καπνό από φάτνη αλλά εσύ ξέρεις καλά μέσα σου πως δεν είναι τίποτα άλλο από τα δεκάδες πρόσωπα που σε περιτριγυρίζουν στη γειτονιά, την δουλειά, τον δρόμο και δεν γελούν, οι γραμμές στο μέτωπό τους και γύρω από το στόμα τους έχουν βαθύνει όχι απ’ τα γεράματα, από την κακιά σκέψη. Η γκρίνια, η ανασφάλεια, σύννεφο κακής ενέργειας πάνω απ’ την πόλη, πάνω σου. Όπως στα κόμικς που το σύννεφο βροχής είναι ατομικό, πάνω απ’ την ομπρέλα. Τρέχεις, τρέχει κι αυτό. Σκύβεις, κι αυτό μαζί σου παίρνει κλίσεις.
Στις βαριές ανάσες, ρωτάς αν είσαι μόνος. Μην είσαι ατομιστής, κοίτα γύρω σου τι συμβαίνει. «Πολυτελείς σκέψεις». «Αν δεν είχες να φας;».
Τι είναι η τροφή; Αυτό που βάζουμε μέσα μας για να λειτουργούμε. Η ανατροφοδότηση του αίματος, του στοιχείου μας. Τι θέλουμε όμως; Μόνο στομάχι γερό και γεμάτο;
Οι μεγάλοι σοφοί που έζησαν την κατοχή και την πείνα με τα λίγα – ελάχιστα – της ύλης μιλούν για τον πλούτο ονείρου που ξημέρωσε με την ελευθερία. Ένας νέος κόσμος γεννιόταν από την καλλιέργεια της μιζέριας. Μουσική, θέατρο, ποίηση, λογοτεχνία, εμπόριο, ευρεσιτεχνία, αστικός ιστός, κίνηση, πράξη, ομάδες, εργασία. Μία ανοδική πορεία. Η γενιά που δεν είχε, έκανε.
Τι της έστρωσε τον δρόμο; «Το ζεστό καταφύγιο στο κρύο», ένα βιβλίο, ένας λογοτέχνης που ήθελε κάτι να του πει, που ένιωθε συγγένεια διαβάζοντάς τον, που ήταν ένα ακόμη χέρι στον κοινωνικό κύκλο, ένας ηθοποιός που ξεχώριζε για το μπρίο του, για το κλείσιμο στο μάτι, την ταύτιση του ήρωα, μια φωνή, ένας μεγάλος τραγουδιστής που συγκινούσε, που αγαλλίαζε την άγρια ψυχή.
Ένας άνθρωπος πάντα για να εμπνεύσει, να αγκαλιάσει, να ακολουθείς. Ούτε τότε ήταν οι πολιτικοί, δύσκολο πάντα ο ηγέτης. Ήταν όμως οι άλλοι φορείς της κανονικής μας ζωής.
Τώρα πάσχουν κι αυτοί, ομοιογενείς μπάλες που κατρακυλούν μαζί μας. Επαναλαμβανόμενοι, προβλέψιμοι, σχεδόν βαρετοί.
Ο καπνός της φάτνης, ο καπνός απ’ το τζάκι, απ’ τα ξύλα της ντροπής.
Της Λίνας Παπαδάκη από protagon