Τα πιο πειστικά «παραμύθια»

Την εποχή που τα επαγγέλματα – πυλώνες της αμερικανικής αγοράς, του διαφημιστή και του χρηματιστή, βρίσκονται στην πιο κρίσιμη καμπή τους, μια έξυπνη και υψηλής αισθητικής τηλεσειρά θυμίζει πώς άρχισαν όλα

Ξεκίνησαν από τις ομάδες αδίστακτων ταλαντούχων ανδρών, που κατέλαβαν στα τέλη της δεκαετίας του ’50 τη Λεωφόρο Μάντισον με υπερπολυτελή γραφεία, όπου σχεδιάζονταν τα πιο ευφάνταστα παραμύθια της αμερικανικής και αργότερα της παγκόσμιας αγοράς. Αυτά που διαμόρφωσαν τα ήθη, το life style και εντέλει την μεγάλη αγορά της κατανάλωσης. Ηταν οι ομάδες των διαφημιστών.
Πανίσχυροι, αφού αυτοί όχι απλώς διαχειρίζονταν, αλλά δημιουργούσαν την αγορά. Εργο τους να πείσουν τους καταναλωτές ότι τους είναι απαραίτητα όσα στην πραγματικότητα δεν είναι. Γι’ αυτό ακριβώς όμως, η αίγλη τους υπήρξε ισάξια των χολιγουντιανών σταρ και μόνον οι χρηματιστές έμελλε δυο δεκαετίες αργότερα να τους συναγωνιστούν.
Αυτή τη μυθική ατμόσφαιρα ενός κόσμου αποκλειστικά σχεδόν ανδρικού, όπου οι γυναίκες ήταν τρόπαια, υποτακτικές και φρόνιμες, είτε σύζυγοι εγκαταστημένες σε όμορφα σπίτια με αυλές στα ειδυλλιακά suburbs – και υποψήφιες για τα ντιβάνια των ψυχαναλυτών, που οι ίδιες θα έκαναν μόδα λίγο αργότερα – ή ερωμένες, δυναμικές πλην και αυτές υπάκουες, αναβιώνει η σειρά που αποθεώθηκε με Χρυσές Σφαίρες και Emmy.
Παραγωγός ο Mathew Weiner, των επίσης έξοχων «Sopranos», δυσκολεύτηκε να βρει κανάλι για την προβολή του «Mad Men». Να θεωρήσουμε ότι δεν είναι εύκολο στην ίδια τηλεοπτική αγορά που έκοψε τον δρόμο σε έναν Μάροου, επειδή οι διαφημιστικές εταιρείες έκριναν ότι το περιεχόμενο της δημοσιογραφικής εκπομπής του δεν ταιριάζει με την ατμόσφαιρα της ψυχαγωγικής νιρβάνας που θεωρούσαν ότι πουλάει καλύτερα τα προϊόντα τους, να αποδεχθεί μισό αιώνα αργότερα την προβολή μιας σειράς που μιλάει για τον αδίστακτο κυνισμό και τον αριβισμό του κόσμου της διαφήμισης;
Πάντως η σειρά βρήκε στέγη στο AMC και η εικαστική της αρτιότητα, η έξοχη ρετρό ατμόσφαιρα, η πιστή αναπαράσταση των ενδυματολογικών χαρακτηριστικών της εποχής κατάφεραν να μετατρέψουν το «Mad Men» σε πηγή έμπνευσης για τη νεοϋορκέζικη μόδα. Επανήλθαν τα κομψά χρυσά γυναικεία κοσμήματα, αλλά και τα ακριβά, ντιζαϊνάτα μανικετόκουμπα για τους άνδρες, όπως και τα δαχτυλίδια με τις πανάκριβες πέτρες, τις στενές γραβάτες και τα μονόκουμπα κομψά σακάκια. Τέτοιου είδους επιρροή τηλεοπτικής σειράς στα ενδυματολογικά ήθη μιας εποχής είχε να παρατηρηθεί από την εποχή των «Σκληρών του Μαϊάμι», που είχαν κάνει μόδα τα ελαφρά σακάκια σε παλ χρώματα με τα σηκωμένα μανίκια.
Πιστή η απεικόνιση της αμερικανικής κοινωνίας στα τέλη του ’50 και αρχές του ’60 δίνει τη λαμπερή πλευρά μιας Νέας Υόρκης όπου κυκλοφορούσαν άνδρες καλοντυμένοι, πνευματώδεις, πετυχημένοι, αδίστακτοι, με ένα τσιγάρο καρφωμένο στα χείλη. Ηταν η εποχή της μεταπολεμικής ανάτασης και του Ψυχρού Πολέμου, λίγο πριν τα κοινωνικά κινήματα αναλάβουν την αποκατάσταση γυναικών και γκέι, όταν οι ανώτερες οικονομικά τάξεις σήμαιναν άνδρες λευκούς, χωρίς ενδοιασμούς στην έκφραση ρατσιστικών και φαλλοκρατικών αντιλήψεων, που έκαναν τη συζυγική απιστία στοιχείο του life style και που είχαν τις συζύγους εγκαταστημένες στα χρυσά κλουβιά των suburbs.
Και οι διάλογοι της σειράς έχουν την τόλμη να αποκαλύπτουν ακριβώς αυτά τα ήθη μιας Αμερικής, πολύ πριν το politicaly correct βάλει φραγμούς στον κοινωνικό ρατσισμό, όταν έθετε τα θεμέλια της πολύχρωμης και λαμπερής σαπουνόφουσκας του στυλ και της τρελής κατανάλωσης, η οποία έμελλε να σκάσει περίπου στις μέρες μας.

Ενδεια προσώπων
Κάτω από άλλες συνθήκες, θα ήταν η εποχή που θα αναδείκνυε καινούργια τηλεοπτικά πρόσωπα. Γιατί μερικά πάλιωσαν, γιατί άλλα αρνούνται να ακολουθήσουν τις αλλαγές των καιρών και γιατί κάθε δεκαετία η τηλεόραση ανανεώνεται και έχει έτοιμη την επόμενη γενιά των παρουσιαστών που θα αναλάβουν να εκφράσουν την εποχή τους. Μέχρι στιγμής δεν διαφαίνεται να μπορούν να πράξουν κάτι τέτοιο χαριτωμένες νεαρές σαν την Ελένη Καρποντίνη ή την Μαρία Σινατσάκη ή την ωραιότατη Δούκισσα Νομικού, που χαμόγελο ωραίο έχουν, αλλά ίχνος στο γυαλί δεν αφήνουν. Μηδέ εξαιρουμένης της επίσης χαριτωμένης και εργατικής Νάντιας Μπουλέ, που περισσότερη είναι η φασαρία γύρω από το όνομά της και λιγότερη η επιτυχία των τηλεοπτικών της εμφανίσεων παρά τις επίμονες και συντονισμένες προσπάθειες να συμβεί.
Δυστυχώς η εγχώρια τηλεόραση επένδυσε περισσότερο σε πυροτεχνήματα, όπως η Ευγενία Μανωλίδου, που άστραψε, έσκασε με αλλεπάλληλους θορύβους στο τηλεοπτικό στερέωμα αλλά η υπερπροσπάθεια να κερδίσει χρόνο και να καθιερωθεί γρήγορα, δημιούργησε υπερβάλλουσες προσδοκίες και από την ίδια και από τις επιχειρήσεις των καναλιών για τις δυνατότητές της. Οπως κι αν έχει, η τηλεόραση είναι πρόσωπα και η έλλειψη φρέσκων με προσωπικότητα που να ταιριάζουν στην εποχή τους είναι ένα ακόμη ελάττωμα της εγχώριας τηλεόρασης.

Πόπη Διαμαντάκου
(Αναδημοσίευση από τα ΝΕΑ)

Comments are closed.