Τέλος µιας εποχής
Θα φύγουν, λέει, πολλοί από την ΕΡΤ. Η αποχώρηση της Μαρίας Χούκλη ήταν το λάδι στη φωτιά των παρασκηνιακών κουτσοµπο- λιών, µε τα οποία τρέφονται οι διάδροµοι εντός και περί την ΕΡΤ. Φωτιά άναψε και το πόρισµα των επιθεωρητών Δηµόσιας Διοίκησης, που αποδεικνύει ότι ήταν ένας οργανισµός που λειτουργούσε χάρη στην παράβαση των νόµων ή στη βολική παρερµηνεία τους. Τόσο που µοιάζει η επιβολή της απόλυτης νοµιµότητας και της αξιοκρατίας σαν απειλή διάλυσης.
Πάντως ο νόµος που όριζε ότι δεν µπορεί να υπάρχουν µισθοί του Δηµοσίου που να υπερβαίνουν αυτούς των ανώτατων δικαστικών δεν είναι «τροϊκανικής» προέλευσης, αντιθέτως προϋπήρχε. Κι όµως, εκείνο το ευφυές ρουσφετολογικό κατασκεύασµα του ΠΕΘ (προσωπικό ειδικών θέσεων) άνοιγε το παράθυρο για χλιδάτες προσλήψεις και αµοιβές. Εγινε, υποτίθεται, για να µπορούν να προσληφθούν επαγγελµατίες έµπειροι, µε ειδικά προσόντα που χρειαζόταν να αµειφθούν µε ξεχωριστές συµφωνίες για να είναι η ΕΡΤ ανταγωνιστική. Φαίνεται πάντως ότι στο µόνο που κατάφερε να γίνει πραγµατικά ανταγωνιστική µε την ιδιωτική τηλεόραση
ήταν στους µισθούς.
Γιατί, ενώ στον ιδιωτικό τοµέα οι αµοιβές ήταν ευθέως ανάλογες µε τα ποσοστά τηλεθέασης, στην κρατική τηλεόραση ίσχυε το αντίθετο. Ο στόχος της ποιότητας γινόταν «δικαιολογία» για τα χαµηλά ποσοστά (θλιβερή παραδοχή για το πολιτισµικό επίπεδο ενός τόπου) αλλά και για τους υψηλούς µισθούς εκείνων, οι οποίοι εξέφραζαν το πρόσωπο της ποιότητας. Αν και ορισµένοι όπως οι Λυριτζής – Οικονόµου, Τσαπανίδου και φυσικά η Μαρία Χούκλη έδωσαν στα περιθώρια των δυνατοτήτων της ΕΡΤ στιγµές άνθησης και πάντως η εγκυρότητα ουδέποτε αµφισβητήθηκε.
Και για να µην είµαστε άδικοι, επειδή είναι ηµέρες του πιο άγριου και ύπουλου κανιβαλισµού που έχει γνωρίσει ο τόπος, καθώς ουκ ολίγοι άδραξαν την ευκαιρία να ξεκαθαρίσουν «λογαριασµούς» και πικρίες που δηµιούργησε επί χρόνια το «σύστηµα ΕΡΤ», επιτιθέµενοι για τις υψηλές αµοιβές στους προβεβληµένους της κρατικής τηλεόρασης, αυτές ούτε µυστικές ήταν ούτε «κάτω από το τραπέζι» δόθηκαν, όπως σε πολλούς άλλους, οι οποίοι δεν εµφανίζονταν ούτε καν στις υποτιθέµενες θέσεις τους στην ΕΡΤ. Αντιθέτως ήταν ενήµερη η Βουλή. Αλλο αν τους περισσότερους πολιτικούς τούς ένοιαζε το πόσο θα εµφανίζονται στην κρατική τηλεόραση και όχι ποιος ο ρόλος της σε µια σύγχρονη κοινωνία. Αυτό που έχει σηµασία είναι ότι οι υψηλές αµοιβές στην ΕΡΤ έγιναν τα χρόνια της κραιπάλης αυτού του τόπου κάτι σαν το λάιφ στάιλ του κύρους. Αυτό είναι που θυµώνει τους πολίτες. Εξ ου και τα ποσοστά τηλεθέασης της κρατικής τηλεόρασης βρέθηκαν αυτούς τους µήνες στο ναδίρ.
Γι αυτό δεν είναι λίγοι εκείνοι που λένε πως δεν ήταν η καλύτερη στιγµή να φύγει η Μαρία Χούκλη. Ισως γιατί η συναισθηµατική επένδυση στο έγκυρο πρόσωπό της είναι σηµαντικό µεν κεφάλαιο για µια παρουσιάστρια, αλλά και ένα άγραφο χρέος. Περίµεναν ηρωική παραµονή στο κρατικό «µετερίζι» µέχρι τέλους.
Επαγγελµατίας χρόνια, χωρίς ποτέ να έχει επιδείξει διάθεση «εκβιασµού» για υψηλότερες αµοιβές µε «διαρροές» ότι τάχα είναι ανάρπαστη, δύσκολα µπορεί να της αρνηθεί κανείς το δικαίωµα να διαπραγµατεύεται στην ελεύθερη αγορά εργασία και όνοµα, όταν η µείωση της αµοιβής της είναι ιλιγγιώδης. Της είχε γίνει ήδη εδώ και µήνες πρόταση από τον Αnt1. Την είχε αρνηθεί θεωρώντας δικαίως ότι στο δηµοσιογραφικό της προφίλ ταιριάζει περισσότερο η κρατική τηλεόραση. Λένε ότι τώρα την αποδέχθηκε. Ο Αnt1 ήθελε να «καθαρίσει» το δελτίο του από την «εποχή Ευαγγελάτου». Για τη Μαρία Χούκλη είναι πρόκληση η επιστροφή στην ιδιωτική τηλεόραση.
Και για την ενηµέρωση της ΕΡΤ είναι «τέλος εποχής», συµβολικό και ουσιαστικό.
Αλλαγή βάρδιας στα ρουσφέτια;
Το πρόβληµα πάντως της ΕΡΤ, τώρα που ήρθαν οι καιροί των ισχνών αγελάδων, δεν είναι µόνο αν έχει χρήµατα να δώσει για να κρατήσει τουλάχιστον εκείνους που επί σειρά ετών την υπηρέτησαν µε σοβαρότητα στο κάτω κάτω για όλους τους πολίτες οι εποχές είναι δύσκολες και ουδείς εξαιρείται για κανέναν λόγο. Αλλά αν µπορεί να πείσει ότι οποιεσδήποτε κινήσεις υπακούουν σε έναν σχεδιασµό για να ανακτήσει η ΕΡΤ το κύρος που αρµόζει σε µια κρατική τηλεόραση.
Ειδάλλως η πρώτη σκέψη είναι ότι οι πιέσεις, µισθολογικές και άλλες, γίνονται για ν αλλάξουν βάρδιες τα ρουσφέτια.
Πολύ περισσότερο όταν ήδη ορισµένοι «σπρώχνουν» δικούς τους για θέσεις που άδειασαν στο πρόγραµµα, χωρίς να τους χαρακτηρίζουν ιδιαίτερα προσόντα, παραµερίζοντας έστω και αυτή την υποτυπώδη επετηρίδα, που θα διασφάλιζε το ελάχιστο της αξιοκρατίας. Η συνέχεια αναµένεται συναρπαστική.
Πόπη Διαμαντάκου
(Αναδημοσίευση από τα ΝΕΑ)