Αμερικανικές εκλογές: Η δυναμική των υποψηφίων και… μια πρόβλεψη αποτελέσματος
Με τον χρόνο να μετρά αντίστροφα για τις αμερικανικές εκλογές του Νοεμβρίου που εν πολλοίς θα καθορίσουν όχι μόνο την επόμενη τετραετία των ΗΠΑ, αλλά και πολλών χωρών στον κόσμο, τέσσερις άνθρωποι των New York Times ανέλυσαν την κατάσταση που επικρατεί αυτή τη στιγμή στη χώρα τους, στο πλαίσιο του 12ου Athens Democracy Forum που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα από το Democracy & Culture Foundation σε συνεργασία με τους The New York Times.
Σύμφωνα με την Pamela Paul, Αρθρογράφος, The New York Times «ο τραμπισμός εκπροσωπεί κάτι που οι περισσότεροι δεν θεωρούν παραδοσιακά συντηρητικό. Αντιστοίχως, η προοδευτική πλευρά δεν εκπροσωπεί αυτούς που θεωρούμε ως κλασικούς φιλελεύθερους δημοκράτες. Νομίζω πως ουσιαστικά έχουμε δύο άκρα που επιβάλλουν τη συζήτηση. Το ρεπουμπλικανικό κόμμα έχει διασπαστεί στους “τραμπικούς” και τους μη, στο δημοκρατικό κόμμα υπάρχουν πολλοί ακραίοι ή κάποιοι κεντρώοι που ίσως νιώθουν αποξενωμένοι από την προοδευτική πτέρυγα του κόμματος».
Όπως σημείωσε η ίδια, «πολλές φορές αξιολογούμε το εκλογικό σώμα φυλετικά και ταξικά. Και παρότι στην Αμερική δεν μας αρέσει να μιλάμε για τάξεις, είναι γεγονός πως ο Τραμπ προσελκύει ψηφοφόρους όχι μόνον από την εργατική και την κατώτερη τάξη, αλλά και ισπανόφωνους και μαύρους πολίτες».
Αναφερόμενη στις θεωρίες που διακινούνται πως οι λευκοί χάνουν την πλειοψηφία στις ΗΠΑ, η Jyoti Thottam, Senior Editor and Member of the Editorial Board, The New York Times σημείωσε πως οι ΗΠΑ έχουν περάσει περιόδους μεγαλύτερης μετανάστευσης στον 20ο αιώνα, οπότε αυτό που βλέπουμε δεν είναι άνευ προηγουμένου.
«Νομίζω πως πίσω από την οργή του κόσμου κρύβεται ο φόβος. Οι λευκοί της Αμερικής, αλλά και γενικώς οι Αμερικανοί κάθε κοινωνικής τάξης βλέπουν πως ο κόσμος είναι ένα ασταθές μέρος. Είναι γεγονός πως πλέον στις ΗΠΑ τα παιδιά μας και τα παιδιά των παιδιών μας δεν είναι δεδομένο πως θα ζήσουν καλύτερα απ’ό,τι εμείς. Και αυτό είναι μια τρομακτική προοπτική. Αρα δεν πρόκειται μόνο για τον παράλογο φόβο που λέμε για τους ψηφοφόρους Τραμπ, αλλά και για έναν θεμιτό φόβο» τόνισε η ίδια.
«Η εισοδηματική ανισότητα στις ΗΠΑ έχει διευρυνθεί. Και αν στις προηγούμενες εκλογές πολλοί ψήφιζαν Τραμπ εν είδει αντίδρασης κατά του ελιτισμού (παρότι ο ίδιος ο Τραμπ έχει το οξύμωρο να αυτοαποκαλείται ο δισεκατομμυριούχος εργάτης), πλέον βλέπουμε πως ανταποκρίνονται στη δέσμευσή του για περισσότερο προστατευτισμό» τόνισε η Liz Alderman, Chief European Business Correspondent, The New York Times.
Η ίδια αναφέρθηκε και στην αφοσίωση των υποστηρικτών του Τραμπ, που συνήθως απορρίπτουν ως προκατειλημμένα τα media κύρους, όταν οι ομάδες των «fact checkers», των ανθρώπων που καλούνται να επαληθεύσουν το αληθές των λεγομένων των δύο υποψηφίων, αποδομούν κάποιους από τους ισχυρισμούς του.
Παίρνοντας τον λόγο και σχολιάζοντας το κατά πόσο έβλαψε η «αφ’υψηλού στάση» της αμερικανικής ελίτ απέναντι στους ψηφοφόρους του Τραμπ, ο Roger Cohen, Επικεφαλής του γραφείου των New York Times στο Παρίσι εκτίμησε πως «η περιφρόνηση που έδειξαν τουλάχιστον το 2016 οι ελίτ των φιλελευθέρων για τους υποστηρικτές του Τραμπ ήταν εξαιρετικά επιβλαβής. Ήμουν στο Κεντάκι τον Αύγουστο του 2016 και με όσους μίλησα, δεν είχαν ψευδαισθήσεις για τον Τραμπ, ήξεραν το ποιόν του, πως θα μπορούσε να σύρει τις ΗΠΑ ακόμη και σε πυρηνικό πόλεμο, αλλά ένιωθαν οργή που ήταν αόρατοι, που τους περιφρονούσαν».
Οι τέσσερις αναλυτές συμφώνησαν πως παρά τη δυναμική της Χάρις και τις σαφώς καλύτερες επιδόσεις της στο ντιμπέιτ του Σεπτεμβρίου, η βελόνα στο «ζύγι» των δημοσκοπήσεων δεν έχει γείρει υπέρ της – εν μέρει και λόγω των δύο δολοφονικών αποπειρών κατά του Τραμπ που έχει εκτοξεύσει τη δημοτικότητά του μεταξύ των ψηφοφόρων του.
Αναφορικά με την αστυνόμευση στα πανεπιστήμια και τα αυστηρά μέτρα προστασίας των πολιτικών -μετά από το ογκώδες κύμα διαδηλώσεων για το παλαιστινιακό και τις δύο απόπειρες δολοφονίες κατά Τραμπ, αντιστοίχως- η κ. Thottam εκτίμησε πως «η πολιτική βία άπαξ και ξεσπάσει, είναι δύσκολο να πεις ποιος είναι ο δράστης και ποιο το θύμα. Και νομίζω πως είναι μια τρομακτική στιγμή που βιώνουν τώρα οι ΗΠΑ». Ενώ η κ. Paul τόνισε πως μαζί με την αστυνόμευση έχει εκτοξευτεί και η «ήδη τρομακτική υψηλή» οπλοκατοχή. Όπως, μάλιστα, είπε ο κ. Cohen, η πιθανότητα βίαιων επεισοδίων στην περίπτωση μη εκλογής του Ντόναλντ Τραμπ, είναι μεγάλη.
Στην περίπτωση επανεκλογής Τραμπ, «τίποτα καλό δεν πρόκειται να συμβεί. Ο κόσμος είναι πολύ πιο επικίνδυνος από το 2016, έχουμε έναν πόλεμο στην Ευρώπη κι άλλον έναν στη Μέση Ανατολή. ο Ντόναλντ Τραμπ δεν θα λήξει τον πόλεμο στην Ουκρανία σε πέντε λεπτά, όπως έχει ευαγγελιστεί. Ούτε πρόκειται να έρθει σε αντιπαράθεση με τον Βλαντίμιρ Πούτιν» εκτίμησε ο κ. Cohen. «Αναμένεται να αλλάξει γραμμή σε κάποιες πολιτικές του, για παράδειγμα όσον αφορά το εμπόριο μετακινώντας τις ΗΠΑ προς τον απομονωτισμό, προσπαθώντας να επαναφέρει θέσεις εργασίας στους Αμερικανούς» σημείωσε η κ. Alderman, προσθέτοντας πως οι Ευρωπαίοι έχουν προετοιμαστεί για το σενάριο δεύτερης θητείας Τραμπ, νιώθοντας πως έχουν μάθει από την πρώτη φορά.
«Έχουμε δίκιο να φοβόμαστε μια δεύτερη θητεία Τραμπ γιατί υπάρχουν τόσοι πρώην αξιωματούχοι της πρώην διοίκησής του που προειδοποίησαν για αυτόν και γνωρίζουμε πως πλέον δεν θα ενταχθούν ξανά στην κυβέρνηση. Ο ίδιος ο Τραμπ έχει διαμηνύσει πως θα αξιοποιήσει αφοσιωμένους που θα κάνουν ό,τι τους πει. Νομίζω πως είναι λάθος να βλέπουμε την πρώτη του θητεία και να παρηγορούμαστε, θεωρώ πως έχουμε πολλούς λόγους να αμφιβάλλουμε πως θα πάνε καλά τα πράγματα στη δεύτερη θητεία» τόνισε η κ. Paul.
Ως προς το αν η Καμάλα Χάρις, σε περίπτωση εκλογής, θα συνεχίσει ό,τι ξεκίνησε ο Τζο Μπάιντεν ή θα χαράξει νέα, δική της πορεία, οι τέσσερις δημοσιογράφοι συμφώνησαν πως επικρατεί μία ασάφεια σε σχέση με τις θέσεις και τις πολιτικές της.
Στην ερώτηση για το ποιος τελικά θα αναδειχθεί νικητής, παρότι οι δύο υποψήφιοι βρίσκονται πολύ κοντά δημοσκοπικά, οι τρεις από τους τέσσερις δημοσιογράφους προέβλεψαν νίκη Τραμπ, ενώ η κ. Thottam εκτίμησε πως θα κερδίσει αυτός που θα καταφέρει να επιβάλλει εαυτόν ως κομιστή της αλλαγής.
Η συγκεκριμένη συζήτηση, στο πλαίσιο του 12ου Athens Democracy Forum, συνδιοργανώθηκε από την εφημερίδα «Καθημερινή» και το Οικονομικό Φόρουμ Δελφών, με συντονιστή τον διευθυντή της εφημερίδας, Αλέξη Παπαχελά.