Γεραπετρίτης: Η θέση μας για το Κυπριακό είναι ομόθυμη, εκφράζεται από τον πρωθυπουργό και το σύνολο του υπουργικού συμβουλίου

 

Συνέντευξη του υπουργού Εξωτερικών στην ΕΡΤ και τον δημοσιογράφο Κ. Παπαχλιμίντζο

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μια δύσκολη μέρα, ένα δύσκολο Σαββατοκύριακο για τον Ελληνισμό. Γιατί ναι μεν γιορτάζουμε μεθαύριο τα 50 χρόνια από την αποκατάσταση της δημοκρατίας, όμως ήταν μια άλλη επέτειος. Μια μαύρη μέρα μνήμης και τιμής φυσικά στην Κύπρο. Και το ερώτημα μου το εξής. Πενήντα χρόνια μετά από την εισβολή, έχουν γίνει πολλές προσπάθειες για επανένωση του νησιού και έχουν αποτύχει όλες. Εσάς τι σας έχει κάνει να πιστεύετε ότι θα μπορούσε η δική σας κυβέρνηση, φυσικά με την κυβέρνηση Χριστοδουλίδη, να πετύχει αυτό τον στόχο;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Το Κυπριακό κύριε Παπαχλιμίντζο είναι ύψιστη προτεραιότητα για την ελληνική εξωτερική πολιτική. Ήταν διαχρονικά και θα παραμείνει. Πριν από ένα χρόνο βρισκόμασταν σε μια φάση σχετικής ακινησίας, αδράνειας, όπου το Κυπριακό δεν συζητείτο στα διεθνή φόρα. Είχε περιέλθει σε μία σχετική ύπνωση. Έκτοτε έχουμε μία σειρά από γεγονότα, τα οποία επαναφέρουν το Κυπριακό στην πρώτη γραμμή της διεθνούς προσοχής, στην πρώτη γραμμή της διεθνούς παράστασης. Στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών πλέον έχει προτεραιοποιηθεί το θέμα του Κυπριακού. Με την προσωπική φροντίδα του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος διόρισε Προσωπική Απεσταλμένη, η οποία κατέθεσε και την έκθεσή της.

Από την άλλη πλευρά, στα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ιουνίου του 2023 περιελήφθη ρητή διάταξη, σύμφωνα με την οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση θα παρακολουθεί το Κυπριακό σε όλα τα στάδια της εξέλιξής του. Άρα πλέον αποτελεί μείζονα πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης το θέμα του Κυπριακού. Εξ αυτού του λόγου και επειδή γίνεται μια πολύ συστηματική προσπάθεια για ένα χρόνο, έχω την αίσθηση ότι θα υπάρξει κινητικότητα στο Κυπριακό. Το πρώτο βήμα δεν θα μπορούσε να είναι άλλο παρά μόνο το βήμα διαλόγου, δηλαδή οι δύο ηγέτες να καθίσουν να συζητήσουν, στο πλαίσιο πάντοτε που προσδιορίζουν τα ψηφίσματα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πάντως, ο Νίκος Χριστοδουλίδης και ο Κυριάκος Μητσοτάκης το πιστεύουν και το διακηρύσσουν. Ο Tayyip Erdogan όχι απλά δεν το πιστεύει. Φαίνεται ότι λέει ότι όλο αυτό έχει τελειώσει. Και ήταν πολύ σκληρός στις δηλώσεις του, και το Σάββατο και χθες. Αλλά μας έχει συνηθίσει έτσι κι αλλιώς τα τελευταία δύο χρόνια, καθώς έχει βάλει τη λεγόμενη λύση των δύο κρατών και δεν τη βγάζει από το τραπέζι.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η πραγματικότητα είναι ότι η τουρκική πλευρά συν τω χρόνω έχει περιέλθει σε μία πιο ακραία γραμμή, σε μία γραμμή κυριαρχικής ισότητας, που θα σήμαινε πρακτικά τον χωρισμό του νησιού. Εκείνο το οποίο εμείς θεωρούμε ότι είναι σημαντικό είναι αυτή τη στιγμή να υπάρξει συζήτηση. Και αντιλαμβανόμαστε όλοι ότι το να θέτεις αυτή τη στιγμή κάτι ως προϋπόθεση, το οποίο είναι εκτός πλαισίου Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, είναι μη αποδεκτό. Έχουμε την αίσθηση και τη συγκρατημένη αισιοδοξία ότι τα επόμενα βήματα θα φέρουν μια μεγαλύτερη κινητικότητα. Θέλω να σας πω κύριε Παπαχλιμίντζο ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή το Κυπριακό βρίσκεται στην προτεραιότητα του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Η Τουρκία έχει αναπτύξει τις πάγιες αυτές θέσεις της. Παραμένει όμως το γεγονός ότι χωρίς συζήτηση, χωρίς διαβούλευση, ειρήνη και ευημερία δεν μπορεί να υπάρξει. Οπότε θεωρώ ότι στο τέλος της ημέρας θα πρέπει τα μέρη να καθίσουν, να συζητήσουν και από αυτό να υπάρξει μια βιώσιμη, αποδεκτή και αμοιβαία ωφέλιμη λύση.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Είδαμε και μια συνάντηση που είχε ο Έλληνας Πρωθυπουργός με τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ πριν από δέκα μέρες στη Νέα Υόρκη. Το επόμενο βήμα λοιπόν ποιο είναι; Με την κυρία Holguin να καθίσει στο τραπέζι ο Μητσοτάκης, με τον κ. Erdogan ή κάτι άλλο;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Το πρώτο βήμα θα έπρεπε να είναι ότι οι δύο ηγέτες, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και ο Τουρκοκύπριος ηγέτης, να καθίσουν να συζητήσουν οι ίδιοι, υπό την αιγίδα προφανώς του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και την προσωπική φροντίδα της Προσωπικής Απεσταλμένης. Στη συνέχεια, εφόσον απαιτηθεί, προφανώς η Ελλάδα είναι έτοιμη να παρέχει τις καλές υπηρεσίες. Ούτως ή άλλως τον τελευταίο χρόνο θέλω να σας εξομολογηθώ ότι το Υπουργείο Εξωτερικών και προσωπικά εγώ έχουμε καταβάλει τεράστιες προσπάθειες, έτσι ώστε να επανέλθει το Κυπριακό στην αιχμή του διεθνούς ενδιαφέροντος. Και αυτό είναι κάτι που είναι ιδιαίτερα σημαντικό. Θεωρούμε ότι η αδράνεια και η ακινησία ποτέ δεν παράγουν κίνηση. Αντιθέτως, εάν βρισκόμαστε σε μία διαρκή κινητικότητα, μπορεί να έρθει η λύση την οποία όλοι επιδιώκουμε και η οποία είναι η επανένωση του νησιού.

Ποια είναι η διαφορά; Με ρωτήσατε γιατί θεωρούμε ενόσω τις περασμένες δεκαετίες, τα τελευταία 50 χρόνια, έχουν γίνει σημαντικές προσπάθειες για να υπάρξει επανένωση του νησιού, ότι σε αυτή τη συγκυρία θα μπορούσε η κινητικότητα αυτή να οδηγήσει και σε πιο απτά αποτελέσματα. Η απάντηση είναι αφενός μεν ότι υπάρχει αυτή η προτεραιοποίηση εκ μέρους της διεθνούς κοινότητας, αφετέρου διότι υπάρχει μία σχετική βελτίωση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Μπορούμε να συζητούμε χωρίς κατ’ ανάγκην να συμφωνούμε. Έχουμε αποδεχθεί το γεγονός ότι σε θεμελιώδη ζητήματα υπάρχουν διαφορές ουσίας. Από την άλλη πλευρά, μπορούμε να συζητούμε και για δύσκολα ζητήματα. Και γι’ αυτό τον λόγο θεωρώ ότι υπάρχει ένα παράθυρο ευκαιρίας για να μπορέσουμε να συζητήσουμε. Και η συζήτηση αυτή δεν μπορεί να είναι διαφορετική, παρά μόνο μία συζήτηση η οποία θα ερείδεται στο Διεθνές Δίκαιο.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πάντως σε αυτές τις συζητήσεις υπάρχει κάτι καινούργιο, κάτι που είπε Tayyip Erdogan ότι το έθεσε στον Έλληνα Πρωθυπουργό στην τελευταία του συνάντηση. Είπε ο Tayyip Erdogan σε Τούρκους δημοσιογράφους επιστρέφοντας από τα κατεχόμενα στην Άγκυρα ότι εγώ είπα στον Έλληνα Πρωθυπουργό κατ’ αρχάς να βάλει το Νίκο Δένδια θέση του – θα επιθυμούσα ένα σχόλιο γι’ αυτό -, αλλά του είπε επίσης ότι δεν περίμενα από εσένα κάτι αντίστοιχο. Και αν του απάντησε ο Έλληνας Πρωθυπουργός ότι όχι. Κατάλαβε δηλαδή ο Erdogan ότι δεν θα υπάρξει κάποια αντίστοιχη δήλωση σαν αυτή του Υπουργού Εθνικής Άμυνας.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Τα πράγματα είναι πάρα πολύ σαφή κύριε Παπαχλιμίντζο. Οι ελληνικές θέσεις είναι διατυπωμένες από δεκαετίες, είναι πάγιες και δεν έχουν αλλάξει. Εμείς δεν διαμορφώνουμε την εξωτερική μας πολιτική και ιδίως τις εθνικές μας θέσεις επί τη βάσει της συγκυρίας. Για τον λόγο αυτό εμείς πάντοτε επισημαίνουμε και αναδεικνύουμε την ιστορική ευθύνη της Τουρκίας για την εισβολή και την παράνομη κατοχή, τα τουρκικά στρατεύματα, τα οποία βρίσκονται εκεί. Από την άλλη πλευρά, πάντοτε επιδιώκουμε το βήμα του διαλόγου. Ένα βήμα το οποίο θα πρέπει πάντοτε να έχει στοιχεία διαβουλευτικότητας και να έχει έρεισμα στο Διεθνές Δίκαιο. Άρα η θέση μας είναι ομόθυμη, εκφράζεται από τον Πρωθυπουργό και από το σύνολο του Υπουργικού Συμβουλίου και των Υπουργών.

Από την άλλη πλευρά, είναι σαφές ότι στη συζήτηση, η οποία μπορεί να γίνεται μεταξύ των δύο ηγετών, του Έλληνα Πρωθυπουργού και του Τούρκου Προέδρου, μπορούν ασφαλώς να συζητούνται ζητήματα, τα οποία έχουν να κάνουν με τα μεγάλα θέματα της εξωτερικής πολιτικής, όπως είναι το Κυπριακό. Θέλω όμως να σας πω ότι ουδέποτε υπήρξε η οποιαδήποτε παραχώρηση εκ μέρους της ελληνικής πλευράς. Οι θέσεις μας δεν είναι μόνο ελληνικές θέσεις, κύριε Παπαχλιμίντζο, οι θέσεις μας είναι ευρωπαϊκές θέσεις. Και είναι και θέσεις οι οποίες συνάδουν με το Διεθνές Δίκαιο. Εξ αυτού, θεωρούμε ότι αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε μία θέση στην οποία μπορούμε να υποστηρίξουμε τα δίκαιά μας, όχι επειδή εκφράζουν το δικό μας συναίσθημα ή εκφράζουν τη δικιά μας πάγια θέση, αλλά επειδή αποτελούν ακριβώς το απόσταγμα του Διεθνούς Δικαίου. Θα συνεχίσουμε να το πράττουμε.

Καταλαβαίνουμε ότι υπάρχει μια διαφορετική προσέγγιση εκ μέρους της Τουρκίας. Θέλω να σας πω ότι όσα έχουν διαμορφωθεί συν τω χρόνω και εν πολλοίς έχουν παγιωθεί, δημιουργούν πράγματι ένα πλαίσιο μεγάλης συνθετότητας για να υπάρξει συζήτηση. Η θέση του Πρωθυπουργού και η θέση της ελληνικής κυβέρνησης είναι πάρα πολύ σαφής. Εμείς έχουμε αυτή τη στιγμή το Διεθνές Δίκαιο με το μέρος μας. Έχουμε κάθε διάθεση και νομίζω επεσήμανε και ο Πρόεδρος Κυπριακής Δημοκρατίας ότι η βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων μόνο για καλό μπορεί να είναι για το θέμα του Κυπριακού. Από την άλλη πλευρά, αντιλαμβανόμαστε ότι ουδέποτε θα γινόταν η οποιαδήποτε παραχώρηση στα θεμελιώδη.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πάντως, για να επανέλθω στις δηλώσεις Erdogan στους δημοσιογράφους, όταν υπάρχουν τέτοιες δηλώσεις από τον Πρόεδρο της Τουρκίας για τον Έλληνα Υπουργό Εθνικής Άμυνας, δεν θα μπορούσε να υπάρξει μια πιο αυστηρή και πιο σκληρή απάντηση από την ελληνική κυβέρνηση προς την Άγκυρα για αυτές ακριβώς τις δηλώσεις;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Με κάθε σεβασμό, θα μου επιτρέψετε να πω ότι υπήρξε μια απάντηση, η οποία ήταν η προσήκουσα. Εγώ κύριε Παπαχλιμίντζο δεν αντιλαμβάνομαι αυτή την έννοια της σκληρής απάντησης, ούτε μπορούμε να μπούμε σε μια λογική διαγκωνισμού για το ποιος θα είναι σκληρότερος. Η ελληνική κυβέρνηση εκφράζεται με δεδομένα και εκφράζεται με πάγιες θέσεις, οι οποίες έχουν έρεισμα στο Διεθνές Δίκαιο. Οι ανέξοδοι βερμπαλισμοί δεν ωφελούν.

Και να σας πω και κάτι άλλο. Εγώ αισθάνομαι ότι αυτή τη στιγμή η ελληνική εξωτερική πολιτική μπορεί να ασκείται με όρους ισχύος. Διότι είναι σημαντικό να μπορούμε να καθίσουμε να συζητήσουμε, να βρισκόμαστε στο βήμα του διαλόγου. Από την άλλη πλευρά, για να μπορείς να συζητήσεις και να έχεις ισχύ, θα πρέπει να έχεις διαμορφώσει και συνθήκες ισχύος.

Η Ελλάδα δεν είναι απλώς ότι αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε μία εξαιρετικά ισχυρή διπλωματική θέση, έχοντας αποκτήσει ένα πολύ μεγάλο διπλωματικό κεφάλαιο, τόσο σε διμερές επίπεδο όσο και σε πολυμερές επίπεδο. Έχει μία πολύ ισχυρή οικονομία, έχει μία πολύ ισχυρή άμυνα. Αναπτύσσουμε το σύνολο της πολιτικής μας κατά τρόπον ώστε η εξωτερική πολιτική να ασκείται με όρους ισχύος.

Θέλω να σας πω το εξής, επειδή ακούω πολλές φορές ότι η Ελλάδα ασκεί μια εξωτερική πολιτική καταλλαγής. Δεν υπάρχει πιο ανώφελη συζήτηση από αυτή την οποία γίνεται μεταξύ σκληρής και ήπιας πολιτικής, μεταξύ εκείνων οι οποίοι είναι οι διαλλακτικοί και οι πατριώτες. Αυτό το έχουμε πληρώσει πολύ στο παρελθόν. Εκείνο το οποίο οφείλουμε να πράττουμε κύριε Παπαχλιμίντζο είναι η εξωτερική πολιτική μας να είναι εξωτερική πολιτική ισχύος. Να μπορούμε να εισακουόμαστε από τις μεγάλες δυνάμεις, από τους μεγάλους διεθνείς οργανισμούς, να έχουμε παραστάσεις, να βρισκόμαστε ως μη μόνιμο μέλος στο Συμβούλιο Ασφαλείας, όπου παράγεται το σύνολο της διεθνούς πολιτικής, να μπορούμε να έχουμε καίριες θέσεις παντού. Και εξ αυτού του λόγου να μπορούμε να έχουμε μία ισχυρή θέση όταν συζητούμε.

Και θα μου επιτρέψετε επίσης να πω, επειδή έχω μελετήσει διαχρονικά και την ιστορία του Κυπριακού, αλλά και τις θέσεις της Τουρκίας στα ζητήματα αυτά. Πράγματι εκφράστηκαν και πάλι οι θέσεις όπως εκφράστηκαν και από την τουρκική και από την ελληνική πλευρά. Και θέλω να εξάρω ιδίως το γεγονός ότι για πρώτη φορά μετά την τραγωδία της Κύπρου, Έλληνας Πρωθυπουργός βρέθηκε στη Λευκωσία στη μαύρη αυτή επέτειο. Και αυτό πέρα από υψηλός συμβολισμός, είναι και μια μεγάλη διεθνής δήλωση, η οποία γίνεται από την ελληνική κυβέρνηση σε σύμπνοια με την κυπριακή κυβέρνηση.

Θέλω όμως να σας πω το εξής. Οι πάγιες θέσεις εκφράστηκαν και από τις δύο πλευρές. Στο παρελθόν κύριε Παπαχλιμίντζο από την τουρκική πλευρά, έχουμε δει πολύ σκληρότερες δηλώσεις. Και νομίζω ότι και εσείς αν καταφύγετε στο ιστορικό αρχείο της ΕΡΤ, το οποίο είναι πολύ πλούσιο, θα δείτε ότι οι δηλώσεις του Τούρκου Προέδρου ήταν – εσείς θα τις χαρακτηρίζατε – πάρα πολύ σκληρότερες. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι θέσεις της Τουρκίας δεν βρίσκονται απέναντι σε σημαντικά ζητήματα που αφορούν το Διεθνές Δίκαιο.

Εγώ θέλω κατηγορηματικά να πω στον ελληνικό λαό ότι αυτή τη στιγμή η Ελλάδα βρίσκεται στο απόγειο της δύναμής της, στο απόγειο της ισχύος της. Θα συνεχίσουμε με φρόνηση να ασκούμε την εξωτερική πολιτική. Θα συνεχίσουμε να έχουμε μια εξωτερική πολιτική αρχών. Δεν πρόκειται να υπαναχωρήσουμε στις εθνικές μας θέσεις. Με σθένος, πειθώ και με αρωγό το Διεθνές Δίκαιο πιστεύουμε ότι οι θέσεις αυτές θα δικαιωθούν και θα οδηγηθούμε σε μια επανένωση του νησιού.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πέρα από την Κύπρο, να πάμε σε δύο άλλα θέματα, να δούμε και τις θέσεις μας και τι μπορεί να γίνει στο εξής. Οι θέσεις μας αμφισβητούνται από δύο γείτονες: την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία. Να ξεκινήσω με την Αλβανία γιατί προχθές ο Φρέντη Μπελέρης, αφού ορκίστηκε τελικά ευρωβουλευτής, πήρε την άδεια, επέστρεψε στις φυλακές όπου συνεχίζει να κρατείται στην Αλβανία. Εκεί, λοιπόν, δεν έχουμε πετύχει τον στόχο μας, που ήταν η απελευθέρωση του Φρέντη Μπελέρη.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Αντιλαμβάνεστε ότι ο στόχος μας έχει να κάνει πρωτίστως με τη διασφάλιση των δικαίων της εθνικής μας μειονότητας. Έχει να κάνει με τη διασφάλιση της εφαρμογής του κράτους δικαίου από μία χώρα, η οποία επιθυμεί να γίνει μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας. Η Ελλάδα από την πρώτη στιγμή ανέδειξε τα ζητήματα αυτά, τα ανέδειξε σε όλα τα φόρα. Αντιλαμβανόμαστε τη θέση που έχει η Ελλάδα να μπορεί να ασκεί ουσιαστική επίδραση στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση. Δυστυχώς, κατά την τελευταία διετία, τον ενάμιση χρόνο που έχει περάσει από την καταδίκη του Φρέντη Μπελέρη, υπήρχαν σοβαρότατες αμφιβολίες τόσο σε ό,τι αφορά το κράτος δικαίου, το τεκμήριο αθωότητας, αλλά και τις συνθήκες, εντός των οποίων έγινε η δίκη αυτή. Εμείς συνεχίζουμε να αναδεικνύουμε το ζήτημα αυτό. Ήταν πράξη καλής θέλησης, νομίζω, η άδεια που δόθηκε στον κύριο Μπελέρη, όχι μόνο να ορκιστεί, αλλά και να παρασταθεί στο σύνολο των εργασιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Ο κύριος Μπελέρης έχει υποβάλει και ένα αίτημα για μείωση της ποινής του, έτσι ώστε να καταστεί απευθείας ελεύθερος. Η ελληνική κυβέρνηση παρακολουθεί από πάρα πολύ κοντά το ζήτημα αυτό, αναδεικνύει τα ζητήματα, τα οποία αναφύονται. Και να είστε σίγουρος ότι εκείνα τα οποία θα είναι τα οφειλόμενα θα γίνουν και με το παραπάνω.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Άρα, η εκτίμησή σας είναι, για παράδειγμα, ότι οι επικείμενες εκλογές – διότι θα γίνουν εκλογές ξανά, δυστυχώς, στο Δήμο της Χειμάρρας – θα γίνουν με καθεστώς δημοκρατικό, ελεύθερο, όπως τέλος πάντων ορίζει το Διεθνές Δίκαιο, το κράτος δικαίου.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Έχουμε εκλογές στις 4 Αυγούστου στον Δήμο Χειμάρρας, κύριε Παπαχλιμίντζο. Αυτή τη στιγμή διαφαίνεται ότι θα είναι δύο οι υποψήφιοι, οι οποίοι αμφότεροι είναι ελληνικής καταγωγής. Εμείς παρακολουθούμε το ζήτημα αυτό. Επαναλαμβάνω ότι δεν είναι απαίτηση μόνο της Ελλάδας οι δίκαιες και ελεύθερες εκλογές, αλλά είναι και απαίτηση του Συμβουλίου της Ευρώπης, το οποίο παρακολουθεί τη διενέργεια των εκλογών αυτών και του ΟΑΣΕ. Άρα, αντιλαμβανόμαστε ότι οι εκλογές αυτές θα είναι αντικείμενο της προσοχής και από την Ελλάδα και από τη διεθνή κοινότητα. Νομίζω ότι είναι αυτονόητο και το ελάχιστο το οποίο μπορεί να γίνει είναι ότι οι εκλογές αυτές θα γίνουν υπό όρους δημοκρατικούς.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Στην άλλη, λοιπόν, βόρεια γείτονά μας, τη Βόρεια Μακεδονία. Εξακολουθεί η πολιτειακή και πολιτική ηγεσία της χώρας στα χαρτιά να είναι Βόρεια Μακεδονία, στα λόγια να είναι Μακεδονία. Έτσι θα πάει το πράγμα από εδώ και πέρα; Δεν ξέρω αν έρθετε σε επαφή ή θα δείτε τον ομόλογό τον καινούργιο στο Υπουργείο Εξωτερικών και αν προσδοκάτε κάτι.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Κατ’ αρχάς να πάρουμε τα δεδομένα. Αυτή τη στιγμή έχουμε τη Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία έχει συμφωνηθεί και έχει κυρωθεί από τα δύο Κοινοβούλια. Κατά τούτο παράγει έννομα αποτελέσματα, τα οποία δεν μπορούν να ανατραπούν από καμία από τις δύο χώρες. Μάλιστα δε, η ίδια η Συμφωνία των Πρεσπών αναφέρει ρητώς ότι το ζήτημα του ονόματος, δηλαδή ο τίτλος της Βόρειας Μακεδονίας, δεν μπορεί να αναθεωρηθεί, ούτε καν με συμφωνία των μερών. Πρόκειται για μία διάταξη, η οποία παραμένει αιώνια. Άρα, καταλαβαίνουμε ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει μία σαφής παραβίαση εκ μέρους της πολιτικής και της πολιτειακής ηγεσίας. Θα μου επιτρέψετε δε να πω, ότι δεν στέκει σε καμία νομική βάσανο το επιχείρημα ότι μπορεί ο οποιοσδήποτε πολιτικός ή πολιτειακός ηγέτης να αναφέρεται, πέραν του τυπικού πλαισίου, σε άλλο όνομα για τη χώρα του. Διότι αυτό στην πραγματικότητα θα συνιστούσε μία ευθεία παραβίαση. Δεν μπορεί ο Πρόεδρος ή ο Πρωθυπουργός μιας χώρας, όταν βρίσκεται σε δημόσιο λόγο, να επικαλείται ιδιωτική αυτονομία. Αυτά δεν στέκουν, ούτε στο εσωτερικό Συνταγματικό Δίκαιο, ούτε στο Διεθνές Δίκαιο.

Η Συμφωνία των Πρεσπών, εγκαίρως είχαμε τοποθετηθεί ότι έχει σημαντικά προβλήματα και νομικά και πολιτικά. Αυτήν όμως τη στιγμή δεσμεύει τους πάντες και αυτό είναι κάτι το οποίο εμείς θα απαιτήσουμε. Ήδη, κύριε Παπαχλιμίντζο, έχω κάνει μία πολύ μεγάλη προσπάθεια, έτσι ώστε να υπάρχει συνολική, καθολική ενημέρωση όλων των εταίρων μας και όλων των διεθνών οργανισμών. Και μπορώ να σας πω ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει μία σοβαρή ανησυχία εκ μέρους όλων για τη στάση της Βόρειας Μακεδονίας.

Αντιλαμβανόμαστε ότι, εφόσον υπάρξει συνέχεια σε αυτήν την πολιτική, η οποία ευθέως αντιβαίνει τις διεθνείς συμφωνίες, οι οποίες αποτελούν τη βάση της διεθνούς αρχιτεκτονικής ασφαλείας, τότε η ελληνική πλευρά έχει τα μέσα εκείνα για να μπορέσει να ασκήσει ακόμα μεγαλύτερη πίεση. Μέσα τα οποία είναι τόσο διμερή όσο και πολυμερή σε επίπεδο διεθνών οργανισμών.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Σας ρώτησα για το Κυπριακό. Δεν σας ρώτησα όμως, γιατί το υπόλοιπο κομμάτι των συζητήσεων του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Tayyip Erdogan. Θα τα ξαναπούν, αν δεν κάνω λάθος, στη Νέα Υόρκη τον Σεπτέμβριο, αυτό ήταν προγραμματισμένο, στη Σύνοδο των Ηνωμένων Εθνών. Μετά από ενάμιση χρόνο που υπάρχει αυτή η σχετική νηνεμία τέλος πάντων στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, μήπως κρίνει η κυβέρνηση ότι ήρθε η ώρα να πάει και λίγο παραπέρα το πράγμα; Και για να είμαι καθαρός, μπορεί αυτό το λίγο παραπέρα να είναι να κάτσουν οι δύο ηγέτες στη Νέα Υόρκη να πουν μήπως ήρθε η ώρα να δούμε αν είναι ώριμες συνθήκες να βάλουμε στο τραπέζι ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα, πώς μπορούμε να φτάσουμε σε μια επίλυση;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Υπάρχει μια διαρκής αποτίμηση και αξιολόγηση της ελληνοτουρκικής προσέγγισης. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου πράγματι υπάρχουν ορισμένες παλινδρομήσεις. Αντιλαμβανόμαστε ότι οι βασικές θέσεις των μερών δεν αλλάζουν εύκολα.

Από την άλλη πλευρά, αντιλαμβανόμαστε επίσης ότι έχουν υπάρξει σοβαρά βήματα σε ό,τι αφορά τις θετικές σχέσεις μεταξύ των δύο μερών. Υπάρχει μια θετική ατζέντα, η οποία περιλαμβάνει σειρά συμφωνιών, οι οποίες κυρίως κινούνται στο εμπορικό πεδίο. Συμφωνίες οι οποίες παράγουν αμοιβαία ωφέλιμα αποτελέσματα. Υπάρχει μια καλή συνεννόηση στο επίπεδο του μεταναστευτικού, έτσι ώστε η παράτυπη μετανάστευση να καταπολεμηθεί στην πηγή της.

Η συνεργασία παράγει στην πραγματικότητα και συλλήψεις των διακινητών, των εμπόρων του ανθρώπινου πόνου. Υπάρχει μια πολύ καλή διπλωματία των πολιτών. Με πρωτοβουλία της ελληνικής κυβέρνησης, το Υπουργείο Εξωτερικών, σε συνεργασία με το Υπουργείο Μετανάστευσης και τη σύμφωνη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δώσαμε το πρόγραμμα της επιτόπιας θεώρησης για Τούρκους πολίτες να επισκέπτονται τα νησιά μας. Θέλω να σας πω ότι το μέτρο αυτό έχει γίνει πάρα πολύ ένθερμα δεκτό από τους κατοίκους των νησιών, τους Έλληνες, οι οποίοι βλέπουν και την τοπική οικονομία να αυξάνεται με ραγδαίους ρυθμούς. Είναι όμως πολύ σημαντικό και οι πολίτες των χωρών να έρχονται σε μία απευθείας επαφή. Αυτό δημιουργεί και συνθήκες αμοιβαίας κατανόησης.

Καταλαβαίνουμε βεβαίως, ότι τα μεγάλα και ουσιώδη, τα υποκείμενα προβλήματα, τα οποία αναπαράγουν και πολλαπλασιάζουν τις εντάσεις, ακόμη δεν έχουν τεθεί στο τραπέζι. Και ομιλώ κυρίως, για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών. Είναι κάτι το οποίο επανειλημμένως έχουμε πει ότι όταν ωριμάσουν οι συνθήκες, θα θέλαμε να συζητηθεί.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Δηλαδή, δεν είναι ώριμες ακόμα…

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η ωριμότητα των συνθηκών συνδυάζεται τόσο με την εφαρμογή των συμφωνιών, όσο και με την ενδιάθετη βούληση και την επιθυμία των μερών. Οι ίδιοι οι ηγέτες, οι οποίοι θα συναντηθούν τον Σεπτέμβριο, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, θα κάνουν την αποτίμηση και θα προσδιορίσουν τα επόμενα βήματα.

Θέλω να σας πω ότι η ελληνική κυβέρνηση είναι έτοιμη να συζητήσει τα θέματα που έχουν να κάνουν με την οριοθέτηση, παραμένοντας πιστή στις θεμελιώδεις γραμμές του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας. Βεβαίως, αντιλαμβανόμαστε ότι αυτό θα έχει δυσκολίες. Όμως θέλω να σας εξομολογηθώ – και κάνοντας μία αποτίμηση της ιστορίας νομίζω αυτό αποδεικνύεται διαχρονικά – ότι ο μόνος τρόπος για να έχουμε μακραίωνη ειρήνη, ευημερία, και περιφερειακή και διμερή, είναι να επιλυθούν τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με τις θαλάσσιες ζώνες και βεβαίως με την υφαλοκρηπίδα και την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Και είναι επιθυμία μας στο επόμενο διάστημα να υπάρξει συζήτηση. Αυτό όμως είναι κάτι το οποίο θα αποφασιστεί στο υψηλότερο επίπεδο.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πριν κλείσουμε, θέλω να σας ρωτήσω το σχόλιό σας για τις εξελίξεις στις Ηνωμένες Πολιτείες. Γιατί, χθες το βράδυ είχαμε την αιφνιδιαστική, ίσως όχι αιφνιδιαστική για κάποιους, απόσυρση του Joe Biden από την κούρσα για την Προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο οποίος υπήρξε, ας το πούμε έτσι, ένα πρόσωπο με το οποίο είχε αναπτύξει καλές σχέσεις στον Λευκό Οίκο η ελληνική κυβέρνηση. Και ταυτόχρονα, είναι φαβορί, με βάση τις δημοσκοπήσεις τουλάχιστον, ο Donald Trump. Δε σας λέω να κάνετε εκλογική ανάλυση, αλλά είναι μια σοβαρή πιθανότητα να επανέλθει στον Λευκό Οίκο ο Donald Trump, με πολλούς στην Αθήνα να λένε ότι εδώ έρχεται κάποιος, ο οποίος γνωρίζουν πολύ καλά, για παράδειγμα, ότι έχει και μια προσωπική πολύ καλή σχέση με τον Tayyip Erdogan. Και δεν το κρύβει κιόλας, το λέει, ο φίλος μου ο Erdogan.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Να κάνω επί της αρχής το σχόλιο σε ό,τι αφορά την απόσυρση από τη διεκδίκηση της δεύτερης θητείας του Προέδρου Biden. Νομίζω ότι ήταν μία επιλογή, ενδιάθετη, σοβαρή, υπεύθυνη επιλογή εκ μέρους του Προέδρου. Και αντιλαμβανόμαστε ότι είναι μία πολύ προσωπική επιλογή. Όπως έγραφε ο Nietzsche, η μεγαλύτερη τέχνη είναι να μπορείς να αποχωρείς στην κατάλληλη στιγμή. Και νομίζω ότι σε αυτό το πλαίσιο υπέταξε την όποια ματαιοδοξία για μία δεύτερη θητεία, προς χάριν του καλού, όπως το αντιλαμβανόταν, του κόμματος και της πατρίδας του ο Πρόεδρος Biden.

Θέλω να σας πω, σε ό,τι αφορά τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, ότι είναι βαθιά εδραιωμένες αυτή τη στιγμή. Βρίσκονται στο καλύτερο σημείο που υπήρξαν ποτέ. Η άποψή μου είναι ότι δεν πρόκειται να επηρεαστούν από τις εκλογές. Η όποια καλή προσωπική σχέση που μπορεί να υπάρχει μεταξύ ενός ηγέτη και ενός άλλου δεν επηρεάζει τη θεσμική διμερή σχέση που αναπτύσσεται. Υπάρχουν συμφωνίες, οι οποίες είναι εξαιρετικά σημαντικές και πολυεπίπεδες.

Βεβαίως, αντιλαμβανόμαστε ότι η υπεύθυνη εξωτερική πολιτική, η πολιτική σωφροσύνης και σύνεσης, επιβάλλει να είμαστε έτοιμοι για όλα τα σενάρια. Και αυτό ακριβώς κάνουμε σε ότι αφορά και τις Ηνωμένες Πολιτείες και όλες τις σχέσεις μας με άλλες χώρες. Είναι όμως βαθύτατη πεποίθησή μου, και σας το λέω αυτό μετά λόγου γνώσεως, ότι δεν υπάρχει περίπτωση να επηρεαστούν αρνητικά οι διμερείς σχέσεις.

Εξάλλου, η ελληνική εξωτερική πολιτική έχει τους διαύλους εκείνους για να ομιλεί, όχι μόνο με τα επιτελεία των πολιτικών ηγετών, αλλά να ομιλεί και με την υπηρεσία, τη διπλωματία των Ηνωμένων Πολιτειών. Άρα, οι σχέσεις μας αυτές θα παραμείνουν καλές και θα ενδυναμωθούν έτι περαιτέρω.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κάτι τελευταίο, προσωπικό, θέλω να ρωτήσω γιατί τώρα το θυμήθηκα. Είναι αρκετά δημοσιεύματα, το τελευταίο διάστημα, που εμπλέκουν και το όνομά σας στη σεναριολογία για τον πιθανό επόμενο Επίτροπο της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι πράγματι λοιπόν, πιθανόν να μετακομίσετε από τη Βασιλίσσης Σοφίας στις Βρυξέλλες στο Berlaymont;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Για να σας είμαι ειλικρινής, θεωρώ απολύτως αμετροεπές όταν βρίσκομαι σε μία θέση, η οποία περιποιεί τη μεγαλύτερη τιμή που θα μπορούσε σε έναν πολίτη, το να ηγείται της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και της ελληνικής διπλωματίας, να συζητώ καν για τέτοια ζητήματα. Θέλω να σας πω ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν πάρα πολλά ανοικτά θέματα, εθνικά θέματα μεγάλης σημασίας, τα οποία θα πρέπει να τα επιμεληθούμε. Θα παραμείνω πιστός στη θέση μου ως Υπουργού Εξωτερικών και ελπίζω το επόμενο διάστημα να έχουμε θετικά μηνύματα σε όλα τα επίπεδα τα οποία μας απασχολούν.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Το ελπίζουμε και εμείς και το ευχόμαστε. Να είστε καλά, κύριε Υπουργέ. Ευχαριστούμε πολύ που ήσασταν σήμερα εδώ στις «ΣΥΝΔΕΣΕΙΣ».

Comments are closed.